Δευτέρα 19 Οκτωβρίου 2020

Η πρόσληψη του Weber στη Γαλλία και η οικειοποίησή του από ριζοσπαστική πολιτική σκοπιά, του Aurélien Berlan

 


Ο πλούτος της σκέψης του Max Weber μετριέται με την ποικιλία των τρόπων με τους οποίους έχουν προσπαθήσει να την οικειοποιηθούν, τόσο στο ακαδημαϊκό όσο και στο πολιτικό επίπεδο. Γενικά, τείνει κανείς να κατατάξει αμέσως τον Weber στους «κοινωνιολόγους», επειδή κι ο ίδιος χρησιμοποίησε αυτόν τον όρο και συμμετείχε στην ίδρυση του συγκεκριμένου γνωστικού πεδίου. Αν όμως κοιτάξει από πιο κοντά το περιεχόμενο των μελετών του, δεν μπορεί παρά να διαπιστώσει ότι από ακαδημαϊκή άποψη ο Weber ήταν κατά βάθος ένας «διεπιστημονικός» στοχαστής. Αυτό που τον ώθησε προς το καινούριο πεδίο της κοινωνιολογίας ήταν χωρίς αμφιβολία ακριβώς η θέληση να ξεπεράσει τη στενότητα των πανεπιστημιακών πεδίων, η στεγανοποίηση των οποίων αποτελούσε εμπόδιο για εκείνο που ο ίδιος αναζητούσε: μια συνολική θεώρηση που θα του επέτρεπε να κατανοήσει τον κόσμο στον οποίο ζούσε, έναν κόσμο που τελούσε σε πλήρη μετάλλαξη. Έχοντας αρχικά σπουδάσει νομικά, έλαβε τους πανεπιστημιακούς του τίτλους στο πεδίο της ιστορίας του δικαίου. Στη διάρκεια της σύντομης ακαδημαϊκής του καριέρας δίδαξε οικονομικά, εντασσόμενος στην παράδοση της ιστορικής σχολής του συγκεκριμένου πεδίου. Δεν αντιλήφθηκε τον εαυτό του ως κοινωνιολόγο παρά σχετικά αργά και συνέχισε να παρουσιάζεται ως οικονομολόγος, υπογραμμίζοντας επιπρόσθετα τον εργαλειακό χαρακτήρα της κοινωνιολογίας που επεξεργαζόταν, τη θέση της ως βοηθητικού μέσου στην υπηρεσία του «ιστορικού καταλογισμού των πολιτισμικά σημαντικών φαινομένων»...

Περισσότερα εδώ: https://poli-k.net/prodimosieysi-enas-rizospastis-max-weber/

 

Τετάρτη 14 Οκτωβρίου 2020

Μικρο-Μακρο κοινωνιολογία


 Όταν μελετάμε το σύνολο των οικονομικών, των κοινωνικών και των πολιτικών σχέσεων μιας κοινωνίας, αναφερόμαστε στη μακροκοινωνιολογία. Αντίθετα, όταν εστιάζουμε το ενδιαφέρον μας στις σχέσεις των ατόμων στο πλαίσιο μιας κοινωνικής ομάδας όπως η οικογένεια, αναφερόμαστε στη μικροκοινωνιολογία. Η κοινωνική οργάνωση διαφοροποιείται στο χρόνο (ιστορικά), αλλά και στο χώρο (μεταξύ κοινωνιών) ανάλογα με τις ιδιαίτερες σχέσεις των κοινωνιών με το φυσικό περιβάλλον, την ανάπτυξη της τεχνολογίας, τον πολιτισμό και τις κοινωνικές αξίες.

(Κοινωνιολογία Γ Λυκείου, σελ. 31 σχολικού βιβλίου)

Πέμπτη 8 Οκτωβρίου 2020

Ο Νίκος Πουλατζάς για την ταξική πάλη

 

Στην πραγματικότητα η πρωτοτυπία του Marx και του Engels δεν συνίσταται στην ανακάλυψη της ύπαρξης των τάξεων. Όπως ομολογεί σαφώς ο ίδιος ο Marx, άλλοι συγγραφείς πριν από αυτόν μίλησαν για κοινωνικές τάξεις. Η πρωτοτυπία του Marx ήταν ότι ανακάλυψε το πεδίο της ταξικής πάλης.

Αυτό σημαίνει ότι οι τάξεις δεν υπάρχουν και ότι δεν μπορούν να συλληφθούν στην αμοιβαία τους απομόνωση. Οι κοινωνικές τάξεις τίθενται, υπάρχουν μόνο μέσα στην αντίθεσή τους, πράγμα που καθορίζει το πεδίο της ταξικής πάλης, καθώς αυτή συγκροτείται από ανταγωνιστικά συμφέροντα και πρακτικές. Πρόκειται για ταξικές αντιθέσεις με την πιο απλή έννοια του όρου.

Πριν από όλα στο οικονομικό επίπεδο: πρόκειται για ταξικές αντιθέσεις και ανταγωνισμούς που θεμελιώνονται στην οικονομική σχέση εκμετάλλευσης. Αυτό μεταφράζεται στην οικονομική πάλη των τάξεων, σε ανταγωνιστικές οικονομικές πρακτικές, που μέσα στην πάλη της εργατικής τάξης παίρνουν ουσιαστικά την μορφή της συνδικαλιστικής πάλης. 

 

Κατόπιν στο πολιτικό επίπεδο: πρόκειται για ταξικές αντιθέσεις και ανταγωνισμούς σε σχέση με την εξουσία του Κράτους και τον μηχανισμό του Κράτους, που απορρέουν από τις σχέσεις πολιτικής κυριαρχίας στο μέτρο που το Κράτος καθαγιάζει και υπερασπίζεται τα συμφέροντα της ή των αρχουσών τάξεων. Πρόκειται για την πολιτική ταξική πάλη. Η εργατική τάξη, μέσω μιας αυτόνομης πολιτικής οργάνωσης, παλεύει για να κατακτήσει την κρατική εξουσία και με τη σοσιαλιστική επανάσταση να καταστρέψει τον μηχανισμό του αστικού Κράτους.

Εν τέλει, στο ιδεολογικό επίπεδο: έχουμε μια ιδεολογική πάλη που απορρέει από τη σχέση ιδεολογικής ηγεμονίας και ιδεολογικού εμποτισμού, στην οποία η άρχουσα τάξη κρατεί τις λαϊκές μάζες μέσω της ιδεολογίας και κυριαρχεί σε μιαν κοινωνία, ιδεολογίας που κατά γενικό κανόνα είναι εκείνη της άρχουσας τάξης.


(Νίκος Πουλατζάς, “K. Marx και F. Engels” στο Φρανσουά Σατελέ (επιμ.), Η Φιλοσοφία, (τομ. Γ.), Γνώση, Αθήνα, 1990)