Παρασκευή 26 Φεβρουαρίου 2021

Βίαιες συγκρούσεις μεταξύ κρατών

 1. Κατακτητικός πόλεμος

Ο κατακτητικός πόλεμος αποσκοπεί στην κατάκτηση εδαφών και των πλουτοπαραγωγικών πηγών τους και αποτελεί την πλειονότητα των πολέμων μεταξύ κρατών στην ιστορία της ανθρωπότητας. Εδώ θα πρέπει να ενταχθούν τόσο οι εκστρατείες που οργανώνονταν από τις αυτοκρατορίες της αρχαιότητας ως το 18ο αιώνα (π.χ. Μέγας Αλέξανδρος, Ρωμαϊκή, Βυζαντινή, Οθωμανική Αυτοκρατορία) όσο και οι πολεμικές συρράξεις κατά το πρώτο ήμισυ του 20ού αιώνα (Α’ και Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος κτλ.). Η χρήση της πυρηνικής ενέργειας για στρατιωτικούς σκοπούς και ο ανταγωνισμός των κοινωνικο-οικονομικών συστημάτων (σοσιαλισμός-καπιταλισμός) μετέβαλαν το περιεχόμενο των πολέμων με την προσθήκη ιδεολογικών κινήτρων στις συρράξεις μεταξύ των κρατών.

Infographic: How U.S. And Russian Nuclear Arsenals Evolved | Statista You will find more infographics at Statista

Δευτέρα 22 Φεβρουαρίου 2021

Το εργατικό σωματείο ως "ομάδα συμφερόντων"

Άλλες μορφές οργανωμένης πολιτικής δράσης είναι οι ομάδες πίεσης ή οι ομάδες συμφερόντων ή τα λόμπι. Οι θεωρίες για όλες αυτές τις οργανωμένες μορφές πολιτικής δράσης αναπτύχθηκαν στο πλαίσιο του πλουραλιστικού μοντέλου εξουσίας. Πρόκειται για συνεκτικές κοινωνικές ομάδες που δραστηριοποιούνται οργανωμένα με σκοπό την προώθηση αιτημάτων και συμφερόντων. Η προώθηση των αιτημάτων τους γίνεται μέσω της πίεσης και της επιρροής που ασκούν κατά τις διαδικασίες λήψης πολιτικών αποφάσεων. Αν πρόκειται για προώθηση συμφερόντων στη βάση κοινών αντικειμενικών χαρακτηριστικών (π.χ. εργατικά συνδικάτα), θα πρέπει να χρησιμοποιήσουμε τον όρο «ομάδες συμφερόντων».

(Κοινωνιολογία Γ Λυκείου, σελ. 145 σχολικού βιβλίου)


 

Τα εργατικά σωματεία είναι οργανώσεις εργαζομένων με αντικειμενικό σκοπό την προώθηση των κοινών συμφερόντων των μελών τους και συγκεκριμένα τη βελτίωση της οικονομικής τους κατάστασης. 
Η δημιουργία και ανάπτυξη των εργατικών σωματείων συμπίπτει χρονικά με την εξάπλωση της βιομηχανικής επανάστασης στην Αγγλία στο τέλος του δέκατου όγδοου (18ου) αιώνα. Οι μεταβολές που επέφερε η βιομηχανική επανάσταση δημιούργησαν τις συνθήκες που οδήγησαν στο σχηματισμό των εργατικών ενώσεων. Η πιο σημαντική μεταβολή είναι η μετακίνηση του αγροτικού πληθυσμού προς τις αναπτυσσόμενες βιομηχανικές περιοχές, που κατέληξε στη δημιουργία μιας πολυάριθμης τάξης εργατών με μόνη πηγή εισοδήματος την αμοιβή τους από την απασχόληση στη βιομηχανία. Το αίσθημα της ανασφάλειας, λόγω της έλλειψης άλλων μέσων συντήρησης, και το ενδεχόμενο της ανεργίας είναι οι κύριοι παράγοντες που οδήγησαν τους εργάτες στη δημιουργία επαγγελματικών ενώσεων, με σκοπό τη βελτίωση της θέσης τους. Κάθε εργάτης χωριστά δεν έχει καμία δύναμη απέναντι στον εργοδότη. Αντίθετα, με την απειλή της απόλυσης και της ανεργίας ο εργοδότης μπορεί να επιβάλλει τους δικούς του όρους στις σχέσεις του με τους εργάτες. 
Η οργάνωση των εργατών σε σωματεία επιτρέπει τη διαπραγμάτευση με τον εργοδότη και την εξασφάλιση καλύτερων όρων απασχόλησης. Με άλλα λόγια, τα εργατικά σωματεία μπορεί να θεωρηθούν ως το αντιστάθμισμα στην οικονομική δύναμη του εργοδότη. Κατά συνέπεια, η δημιουργία των εργατικών σωματείων είναι αποτέλεσμα της αδύναμης θέσης στην οποία βρίσκονται οι εργάτες και της συνειδητοποίησης των πλεονεκτημάτων που μπορούν να απο- κομίσουν αν ενεργούν ως σύνολο, παρά ως μεμονωμένα άτομα. Είναι σκόπιμο να διευκρινίσουμε ότι συχνά, αντί του όρου εργατικό σωματείο, χρησιμοποιούνται οι όροι εργατική ένωση ή εργατικό συνδικάτο (από τη γαλλική λέξη syndicat και την αγγλική syndicate που προέρχονται από την ελληνική σύνδικος)

(Αρχές Οικονομικής Θεωρίας Γ Λυκείου, σελ. 14-15)

Τετάρτη 17 Φεβρουαρίου 2021

Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν ανά χώρα με βάση την αρχή του Παρέτο (80/20)

 

Δευτέρα 15 Φεβρουαρίου 2021

Βιλφρέντο Παρέτο και Γκαετάνο Μόσκα: Θεωρίες των Ελίτ

Οι Βιλφρέντο Παρέτο και Γκαετάνο Μόσκα έδωσαν στην Πολιτική Κοινωνιολογία μια άλλη «μεγάλη θεωρία», την «Θεωρία των Ελίτ». Μελέτησαν με συστηματική έρευνα αυτές καθαυτές τις ελίτ. Ενδιαφέρονταν για τις σχέσεις των ελίτ με τις μάζες και για τις σχέσεις τόσο στο εσωτερικό των ελίτ όσο και μεταξύ τους, όσο ανταγωνίζονται για την εξουσία και όσο την κατέχουν. Αμφότεροι μίλησαν για την «κυκλοφορία των ελίτ».

edstephan.org/sociology/

Ο Παρέτο μίλησε για το «παράλογο» ως στοιχείο της πολιτικής πάλης. Διέκρινε δύο είδη πολιτικών δρώντων που γίνονται μέλη των πολιτικών ελίτ, τα «λιοντάρια» και τις «αλεπούδες». Τα πρώτα κυριαρχούν με βάση τη δύναμή τους και την ταχύτητα και την αποφασιστικότητά της στη λήψη των αποφάσεων, ενώ οι δεύτερες με την πανουργία. Οι ελίτ είναι είτε κυβερνώσες ή μη κυβερνώσες. Η αλλαγή των ελίτ είτε των λιονταριών είτε των αλεπούδων επέρχεται κάποια στιγμή καθώς μετά από μακρόχρονη άσκηση εξουσίας το σύστημά τους δείχνει παθολογικά σημάδια διαφθοράς, αλαζονείας και καλοπέρασης. Ο Παρέτο έλεγε ότι «η ιστορία είναι ένα νεκροταφείο αριστοκρατιών».


Ο Γκαετάνο Μόσκα, το δεύτερο μέλος της «σχολής των ελίτ» όρισε τις σύγχρονες ελίτ, σε αντίθεση με τις «πρωτόγονες», με βάση τις εξαιρετικές οργανωτικές ικανότητές τους που χρειάζονται στην πάλη για την απόκτηση πολιτικής εξουσίας στις σύγχρονες γραφειοκρατικές κοινωνίες. Οι πολιτικές ελίτ δεν είναι εκ φύσεως κληρονομικές αλλά μέλη τους μπορούν να γίνουν άνθρωποι προερχόμενοι από όλες τις τάξεις και τα στρώματα της κοινωνίας.

Αναδημοσίευση: https://homopolitics.wordpress.com/about/

Πέμπτη 4 Φεβρουαρίου 2021

Εργατικά ατυχήματα 2010-2018 (ΕΛΣΤΑΤ)


Δευτέρα 1 Φεβρουαρίου 2021

Το σύνδρομο του Πυγμαλίωνα ή ο νόμος της "αυτο-εκπληρούμενης προφητείας"

 


Μια, ήδη παλιά, αμερικανική μελέτη των Rosenthal και Jacobson υπογράμμιζε την καθοριστική επίδραση των προσδοκιών του δασκάλου στις επιδόσεις του μαθητή, δημιουργώντας μια κατάσταση τεχνητής και πειραματικής παρατήρησης. Στο τέλος της σχολικής χρονιας, πριν την αρχή του πειράματος, προτάθηκε σε δεκαοκτώ δασκάλους των οποίων οι μαθητές ήταν κυρίως κατώτερης κοινωνικής προέλευσης (17% μεξικανικής προέλευσης) να κάνουν ένα τεστ στους μαθητές τους. Αυτό είχε ως στόχο την ανίχνευση εκείνων των μαθητών που είχαν τις περισσότερες ικανότητες προόδου (πρόκειται στην πραγματικότητα για ένα τεστ ευφυίας). Αμέσως μετά την επιστροφή στο σχολείο την επόμενη χρονιά, οι δάσκαλοι είχαν στα χέρια τους τα ονόματα ενός έως εννέα μαθητών τους που ανιχνεύτηκαν θετικά από το τεστ. Στην πραγματικότητα όμως, οι μαθητές του πειράματος είχαν επιλεγεί με κλήρο, ενώ και το υπόλοιπο της τάξης αποτελούσε την ομάδα ελέγχου. Τα δεδομένα αναλύθηκαν στους τέσσερις, οκτώ και είκοσι μήνες. Στο τέλος της σχολικής χρονιάς εμφανίστηκαν οι πιο ξεκάθαρες διαφορές: οι επιλεγμένοι μαθητές έγιναν περισσότερο αποδεκτοί από τους δασκάλους, αύξησαν το δείκτη νοημοσύνης τους και παρουσίασαν προόδους πολύ πιο αισθητές από τους άλλους στην ανάγνωση. Επίσης, το φαινόμενο της προσδοκίας ήταν κυρίως έντονο στους νεότερους δασκάλους.

Αυτό το έργο, του οποίου προηγήθηκαν και ακολούθησαν πολλές εμπειρικές έρευνες ίδιου τύπου, προκάλεσε τεράστια πολεμική, όπου, όπως μπορεί κανείς να περιμένει, μεθοδολογικές και ιδεολογικές κριτικές αναμείχθηκαν. Ο τρόπος που οι συγγραφείς παρουσίασαν τα αποτελέσματά τους, ως μια μορφή εμφάνισης της “αυτο-εκπληρούμενης προφητείας” (self-fulfilling prophecy), ήταν από μόνος του προκλητικός. Τα αντιφατικά αποτελέσματα των διαφόρων μελετών συνδέονται με μια κακή χρήση των παραμέτρων της πειραματικής κατάστασης. Κάθε φορά που αυτές ελέγχονται καλά, εμφανίζονται αποτελέσματα που οφείλονται στις «διαδικασίες αναπαράστασης», χωρίς ωστόσο να έχουν τον αυτόματο χαρακτήρα που θα μπορούσε κανείς να τους δώσει. Το ενδιαφέρον αυτής της μελέτης είναι ότι τράβηξε την προσοχή πάνω σε αυτή τη διάσταση της παιδαγωγικής σχέσης.

 

(Jean-Manuel de Queiroz, Το σχολείο και οι κοινωνιολογίες του, Gutenberg, Αθήνα, 2000)