Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ο ρόλος της εκπαίδευσης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ο ρόλος της εκπαίδευσης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 4 Νοεμβρίου 2022

Μεταξύ ελπίδας και ματαίωσης: σχολικά όνειρα, σπουδές και μελλοντική εργασία φοιτητών/ιων ελληνικών ΑΕΙ


Είναι κοινός επιστημονικός τόπος ότι η εισαγωγή στην ανώτατη βαθμίδα της εκπαίδευσης αποτελεί εφαλτήριο κοινωνικής ανόδου ή και αναπαραγωγή ταξικών και επαγγελματικών προνομίων. Ακόμη περισσότερο για τα ελληνικά δεδομένα –όπου η μορφωσιολατρεία έχει αποτελέσει κοινό γνώρισμα των πολιτών και μεταφράζεται σε αναμενόμενη κοινωνική καταξίωση, αλλά και σε ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον– η εισαγωγή στα ΑΕΙ έχει αποτελέσει στόχο ζωής για τους νέους και τις οικογένειές τους. Από την καθημερινή μας εμπειρία προκύπτει ότι οι οικογένειες των μαθητών μετέρχονται όλων των δυνατών μεθοδεύσεων, που στηρίζονται κατά κύριο λόγο στον οικονομικό προγραμματισμό του νοικοκυριού, ώστε να εξασφαλιστούν «τα προνόμια» υποστήριξης των γόνων τους ως προς την απόκτηση των κύριων αλλά και των συμπληρωματικών εφοδίων που θα απαιτηθούν αφενός για την αύξηση των πιθανοτήτων εισαγωγής τους στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και αφετέρου για τη μετέπειτα επαγγελματική τους πορεία. Με λίγα λόγια, η εκπαιδευτική δραστηριότητα των νέων αποτελεί προσδιοριστικό παράγοντα του κοινωνικού τους μέλλοντος. Δεδομένης αυτής της αγχώδους φροντίδας των οικογενειών για το μέλλον των γόνων τους, θα πρέπει να επισημάνουμε ένα σύνολο στρατηγικών επιλογών, οι οποίες αποβλέπουν στην απόκτηση εφοδίων που θα συμπληρώσουν όσα παρέχει το θεσμοποιημένο σχολικό δίκτυο και θα ενισχύσουν τις δυνατότητες επιτυχίας τους στις Πανελλαδικές εξετάσεις. 

(Αργύρης Κυρίδης, Τα σχολικά όνειρα, οι σπουδές και η μελλοντική εργασία φοιτητών και φοιτητριών ελληνικών ΑΕΙ, Αθήνα, 2022)

Δευτέρα 4 Ιανουαρίου 2021

Εξοικείωση με τις νέες τεχνολογίες και εξειδίκευση

Στην εποχή μας συγχέουμε συχνά την ανάγκη εξοικείωσης με τις νέες τεχνολογίες με ένα ζήτημα εντελώς διαφορετικό: την ανάγκη εξειδίκευσης. Η εξοικείωση με τις νέες τεχνολογίες είναι σήμερα μια αναγκαιότητα που επιβάλλεται από τις υπάρχουσες συνθήκες... Η εξειδίκευση είναι μια εντελώς διαφορετική διαδικασία, που συνήθως γίνεται στους χώρους δουλειάς... (Κοινωνιολογία Γ Λυκείου, σελ. 103 σχολικού βιβλίου)

Πέμπτη 11 Ιουνίου 2020

Η "αναπαραγωγή της κοινωνίας" μέσω του εκπαιδευτικού μηχανισμού: ερευνητικό πρόγραμμα PISA (2018)

Το ότι οι σχολικές επιδόσεις συνδέονται με κοινωνικά χαρακτηριστικά, επισημαίνεται από πολλές έρευνες τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Ως εκ τούτου η σχολική «σταδιοδρομία» των μαθητών δεν είναι άσχετη με την κοινωνική τους προέλευση. Όσο ανερχόμαστε την κοινωνική ιεραρχία τόσο αυξάνονται τα παιδιά με καλή επίδοση στο σχολείο. Κατ’ αυτό τον τρόπο το σχολείο αναπαράγει την κοινωνία, την κοινωνική διάρθρωση. (Σελ. 99 σχολικού βιβλίου)

Μπορεί το φύλο, το κοινωνικο-οικονομικό επίπεδο και οι επαγγελματικές προσδοκίες που έχουν οι μαθητές/ιες της χώρας να προβλέψουν τις επιδόσεις τους στα μαθηματικά;

Προκειμένου να απαντήσουμε στο ερώτημα αυτό θα χρειαστούμε αντιπροσωπευτικό δείγμα των μαθητών/ιων της Ελλάδας, τα δημογραφικά τους στοιχεία και μαζί δεδομένα πάνω στις επιδόσεις τους σε διαφορετικά γνωστικά αντικείμενα (συγκεκριμένα στην περίπτωση αυτή των μαθηματικών). 

Τα στοιχεία που παρουσίασε η έρευνα του προγράμματος Pisa, που διεξάγει σταθερά ο ΟΟΣΑ από το 2000 και κάθε τρία χρόνια σε μαθήτριες/ες 78 χωρών ανάμεσα στις οποίες και η Ελλάδα, μπορούν να βοηθήσουν στην απάντηση του ερωτήματος αυτού. 

Στη συγκεκριμένη έρευνα, που διεξήχθη το 2018 σε αντιπροσωπευτικό δείγμα του μαθητικού πληθυσμού από σχολεία όλης της χώρας (αριθμός δείγματος: 5.439 μαθητριών/ων με γεωγραφική κάλυψη στο σύνολο σχεδόν της επικράτειας), οι μαθητές/ιες αξιολογήθηκαν σε τρία γνωστικά αντικείμενα (μαθηματικά, φυσικές επιστήμες και κατανόηση κειμένου). (Τα στοιχεία της βάσης δεδομένων διατίθενται για στατιστική επεξεργασία εδώ: https://www.oecd.org/pisa/data/2018database/)


Χρησιμοποιώντας τη μέθοδο της πολυπαραγοντικής ή πολλαπλής γραμμικής παλινδρόμησης  (οι προϋποθέσεις, οι όροι και οι αξιωματικές παραδοχές της οποίας δε θα μας απασχολήσουν εδώ, όπως και δε θα αναφερθούμε αναλυτικά στις τεχνικές λεπτομέρειες) βλέπουμε πως όλες οι ανεξάρτητες μεταβλητές, δηλ. το φύλο, (student gender), ο δείκτης του κοινωνικο-οικονομικού και πολιτισμικού επιπέδου (index of economic, social and cultural status) όπως και οι επαγγελματικές προσδοκίες των μαθητριών/ων είναι στατιστικά σημαντικές  για την πρόβλεψη της εξαρτημένης μεταβλητής δηλαδή της επίδοσής τους στα μαθηματικά.  (παράθυρο διαλόγου 1)



Πιο συγκεκριμένα, όσον αφορά το φύλο το αρνητικό πρόσημο (-13,615) στη μεταβλητή "student gender", δείχνει πως τα κορίτσια τείνουν να έχουν χαμηλότερες επιδόσεις στα μαθηματικά σε  σχέση με τα αγόρια κατά 13,61 μονάδες (παράθυρο διαλόγου 2).

Αντίθετα, το θετικό πρόσημο στη μεταβλητή "index of economic, social and cultural status" δείχνει πως υπάρχει θετική συσχέτιση μεταξύ κοινωνικο-οικονομικού επιπέδου και των επιδόσεων στα μαθηματικά. Συγκεκριμένα, για κάθε επιπλέον μονάδα στο δείκτη του κοινωνικο-οικονομικού επιπέδου το μοντέλο προβλέπει αύξηση της επίδοσης στα μαθηματικά κατά 25,73 μονάδες. (παράθυρο διαλόγου 3)

Τέλος, για κάθε επιπλέον μονάδα στο δείκτη επαγγελματικών προσδοκιών το μοντέλο προβλέπει αύξηση στις επιδόσεις αυτού του μαθήματος κατά 1,23 μονάδες. (παράθυρο διαλόγου 4)

Η εξίσωση, επομένως, πρόβλεψης της επίδοσης των μαθητών/ιων στα μαθηματικά είναι η εξής: Επίδοση = 381,585 – 13,615 * Φύλο + 25,732 * κοινωνικο-οικονομικό επίπεδο + 1,239 * επαγγελματικές προσδοκίες

Δ. Λ.
 

Τρίτη 2 Ιουνίου 2020

Ο Ζαν-Φρανσουά Λιοτάρ και η αντίληψη περί χρήσιμης ή άχρηστης γνώσης

Η αντίληψη περί χρήσιμης ή άχρηστης γνώσης πιθανόν να εντάθηκε εξαιτίας όλων αυτών των τεχνολογικών μετασχηματισμών που συνόδευσαν την κοινωνία της πληροφορίας. Το ερώτημα επομένως στο οποίο καλείται να απαντήσει το εκπαιδευτικό σύστημα δεν είναι εάν κάτι αληθεύει, αλλά σε τι αυτό χρησιμεύει. (Σελ. 104 σχολικού βιβλίου)

  Jean-François Lyotard,
1924-1998
 
O Πρόεδρος του Συμβουλίου των Πανεπιστημίων της κυβέρνησης του Quebec του  Καναδά ανέθεσε στα μέσα της δεκαετίας του 1970 στο Γάλλο φιλόσοφο Ζαν-Φρανσουά Λιοτάρ να γράψει μια Έκθεση αναφορικά με την κατάσταση της γνώσης στις  αναπτυγμένες κοινωνίες. Ο Λιοτάρ έγραψε μια μελέτη που δημοσιεύτηκε λίγο αργότερα με τον τίτλο Η Μεταμοντέρνα Κατάσταση (1979) στην οποία επιχειρεί να προσδιορίσει τη γνώση και το ρόλο της στις σύγχρονες κοινωνίες. Όπως γράφει: 

«Η ρητή ή όχι ερώτηση που τίθεται από τον επαγγελματικά προσανατολισμένο φοιτητή, από το κράτος ή από το ίδρυμα της ανώτερης εκπαίδευσης δεν είναι πια: αληθεύει; Αλλά: σε τι χρησιμεύει; Μέσα στο πλαίσιο της εμπορευματοποίησης της γνώσης, αυτή η τελευταία ερώτηση τις περισσότερες φορές σημαίνει: μπορεί να πουληθεί;  Και μέσα στο πλαίσιο της αύξησης της ισχύος: είναι αποτελεσματικό; Ωστόσο η κατοχή μιας ικανότητας για απόδοση φαίνεται να μπορεί να πωληθεί μέσα στις συνθήκες που  περιγράψαμε παραπάνω και είναι αποτελεσματική εξορισμού. Εκείνο που δεν πουλιέται πια είναι η αρμοδιότητα σύμφωνα με άλλα κριτήρια, όπως το αληθές/ψευδές, το  δίκαιο/άδικο κτλ. και προφανώς η εν γένει αδύναμη αποδοτικότητα» (Ζ.-Φ. Λιοτάρ, Η Μεταμοντέρνα Κατάσταση, σ. 126).

Στα συμπεράσματά της η Mεταμοντέρνα Kατάσταση προτάσσει την τροποποίηση του ορισμού της γνώσης ως απόρροια της διάδοσης των υπολογιστών και άλλων ειδών  τεχνολογίας. Eπειδή οι υπολογιστές αποθηκεύουν και επεξεργάζονται την πληροφορία σε κομμάτια που επανοργανώνονται, ακόμη και η επιστημονική σκέψη επαναπροσδιορίζεται ως «ποσότητες πληροφοριών». Ό,τι δεν μπορεί να μπει στον υπολογιστή, τείνει να μπει στην κατηγορία της μη γνώσης. Tαυτόχρονα οτιδήποτε θεωρείται  γνώση πρέπει να έχει (περισσότερο) άμεση εφαρμογή. Eπιπλέον, αποφασιστικής  σημασίας είναι το κατά πόσο η γνώση είναι ευεργετική για την κοινωνία παρά η προγενέστερη επιθυμία καθαρής επιστήμης. Oι μεθοδεύσεις αυτές δεν αμφισβητούνται  όταν τα πανεπιστημιακά προγράμματα έρευνας χρηματοδοτούνται από το εμπόριο, τη βιομηχανία και το στρατό. (H αμφισημία της δικής μας μεταμοντέρνας κατάστασης: η διάγνωση και πρόγνωση του Lyotard)

Σάββατο 16 Μαΐου 2020

Ποια θεωρούνται τα σημαντικότερα προσόντα για τους πολίτες στην "κοινωνία της πληροφορίας"; Ποιοι παράγοντες διαμόρφωσαν τις νέες μορφές απασχόλησης και ποιες μορφές τηλεργασίας υπάρχουν; Ποιοι προβληματισμοί έχουν προκύψει για τις νέες μορφές απασχόλησης; Αποτελούν οι νέες μορφές απασχόλησης απάντηση στην ανεργία;




Α. Ποια θεωρούνται τα σημαντικότερα προσόντα για τους πολίτες στην "κοινωνία της πληροφορίας";

Β. Ποιοι παράγοντες διαμόρφωσαν τις νέες μορφές απασχόλησης και ποιες μορφές τηλεργασίας υπάρχουν;

Γ. Ποιοι προβληματισμοί έχουν προκύψει για τις νέες μορφές απασχόλησης;

Δ. Αποτελούν οι νέες μορφές απασχόλησης απάντηση στην ανεργία;


Απάντηση

Α. Ως σημαντικότερα προσόντα για τους πολίτες των προηγμένων κοινωνιών θεωρούνται η εφευρετικότητα και η δημιουργικότητα. Αυτά τα προσόντα δίνουν το όπλο της ανταγωνιστικότητας στους πολίτες, αλλά και στα κράτη. Σε ό,τι αφορά τον πολίτη, είναι φανερό ότι τα συγκεκριμένα προσόντα τον βοηθούν στη συνεχή επαγγελματική του εξέλιξη. (Σελ. 102 σχολικού βιβλίου)

Β. Η εισαγωγή των νέων τεχνολογιών σε πολλούς χώρους εργασίας διεύρυνε τον κύκλο των εργασιακών δραστηριοτήτων και επηρέασε την ίδια τη δομή της εργασίας. Η ιεραρχία των υπαλλήλων άλλαξε: για παράδειγμα, προϊστάμενος μπορεί να γίνει αυτός που χειρίζεται επαρκώς τις πληροφορίες, χωρίς απαραίτητα να έχει και σφαιρική γνώση του αντικειμένου της δουλειάς. Άλλαξε επίσης η εργασιακή κουλτούρα: για παράδειγμα, μπορούν να διαμορφωθούν στους χώρους δουλειάς αυτόνομες ή ημιαυτόνομες ομάδες εργασίας. Επιπλέον, διαφοροποιούνται συνεχώς τα προσόντα που πρέπει να έχει κάποιος, για να βρει δουλειά, η οποία διαφοροποίηση προϋποθέτει γενικότερες γνώσεις και δεξιότητες. Οι αλλαγές αυτές στην οργανωτική δομή της εργασίας γέννησαν νέες μορφές απασχόλησης, που ονομάστηκαν ευέλικτες. Παραδείγματα ευέλικτων μορφών είναι η μερική απασχόληση, η εργασία με βάρδιες, η εργασία στη βάση κυλιόμενου ωραρίου, η εργασία τις Κυριακές (και γενικότερα τις αργίες) και η εργασία από απόσταση όπως, για παράδειγμα, η τηλεργασία. Η χρήση του διαδικτύου και η παροχή εργασίας μέσω αυτού δημιούργησαν την τηλεργασία, την οποία μπορεί κανείς να συναντήσει με τις τρεις ακόλουθες μορφές:

  • Η πρώτη μορφή μοιάζει με την εργασία-φασόν (με το κομμάτι) του 19ου αιώνα. Σ’ αυτή την περίπτωση έχουμε ανεξάρτητους εργαζόμενους ή ελεύθερους επαγγελματίες που δε διαχωρίζουν το  χώρο εργασίας από το χώρο του σπιτιού τους.

  • Η δεύτερη μορφή διαφοροποιείται από την πρώτη λόγω της δικτύωσης που συνδέει τους υπολογιστές μεταξύ τους ή τους διαφορετικούς χώρους εργασίας σε μια πόλη, σε μια χώρα ή και σε ολόκληρο τον κόσμο. Σε μια μορφή πιο προχωρημένη η επιχείρηση δεν είναι παρά ένα τεράστιο, καλά δομημένο, δίκτυο πληροφόρησης. Οι εργαζόμενοι μπορούν δηλαδή να συνεργάζονται μέσω της τράπεζας δεδομένων.

   • Η τελευταία μορφή τηλεργασίας λειτουργεί ως μια υπηρεσία της κεντρικής επιχείρησης. Αναφέρεται κυρίως στον τομέα των πωλήσεων και έχει αναπτυχθεί ως δίκτυο σε μη αστικές περιοχές. Με αυτό τον τρόπο δεν απαιτούνται και έξοδα ενοικίου για την επιχείρηση. (Σελ. 114-115 σχολικού βιβλίου)

Γ. Πολλές από αυτές τις ευέλικτες μορφές απασχόλησης ονομάζονται «γκρίζες», γιατί δεν παρέχουν στους εργαζομένους τα εργασιακά δικαιώματα (όπως επιδόματα, άδειες) και την ασφάλισή τους. Παραδείγματα «γκρίζων» μορφών απασχόλησης είναι η εργασία με σύστημα «φασόν», η εργασία εκτός των εγκαταστάσεων του εργοδότη, ο δανεισμός των εργαζομένων κ.ά. Αυτές οι μορφές απασχόλησης καθιστούν την εργατική δύναμη απροσδιόριστη και ασαφή. Μερικά από τα ερωτήματα που τίθενται γι’ αυτό το ζήτημα είναι: ο εργαζόμενος στο πλαίσιο της εργασίας αυτής της μορφής δουλεύει 8 με 4; Πληρώνεται γι’ αυτό το ωράριο ή με το «κομμάτι»; Πώς προσδιορίζεται το «κομμάτι», όταν ο εργαζόμενος, για παράδειγμα, δίνει πληροφορίες μέσω του διαδικτύου με το οποίο είναι συνδεδεμένος ο υπολογιστής του; (Σελ. 114 σχολικού βιβλίου)

Δ. Η αντιμετώπιση της ανεργίας αποτελεί κομβικό σημείο στην πολιτική κάθε κράτους. Ο στόχος βέβαια δεν είναι άλλος από τη μείωση της ανεργίας, η οποία αμβλύνει, με τη σειρά της, τις ανισότητες και τη φτώχεια. Για το λόγο αυτό διατυπώνονται προτάσεις όπως η μερική απασχόληση ή η πρόωρη συνταξιοδότηση εργαζομένων ή, αντίθετα, η αύξηση των ορίων ηλικίας για συνταξιοδότηση κ.ά. Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσεται και η ευελιξία στην εργασία, η οποία ορίζεται ως η συνεχής μετακίνηση του εργαζόμενου σε διαφορετικές εργασιακές θέσεις. Αυτό σημαίνει ότι πολλοί εργαζόμενοι στη διάρκεια της επαγγελματικής ζωής τους θα αλλάξουν παραπάνω από μία φορά θέση εργασίας. Τα συναισθήματα ωστόσο που συνοδεύουν τον εργαζόμενο εξαιτίας αυτών των αλλαγών είναι η αβεβαιότητα και η ανασφάλεια. Τέτοια μέτρα εξάλλου θα πρέπει να συνοδεύονται και από την προσπάθεια ανάπτυξης της οικονομίας και τόνωσης των επενδύσεων, τα οποία με τη σειρά τους θα δώσουν νέες θέσεις εργασίας. (Σελ. 128 σχολικού βιβλίου)


Τετάρτη 11 Μαρτίου 2020

Ποια είναι η σημασία του σχολείου ως δευτερογενούς φορέα κοινωνικοποίησης; Γιατί η εκπαίδευση συνδέεται με τη δευτερογενή κοινωνικοποίηση; Ποιοι είναι οι πυλώνες της γνώσης σύμφωνα με την έκθεση της Διεθνούς Επιτροπής για την Εκπαίδευση της UNESCO και τι επισημαίνει η UNESCO για το ρόλο που μπορεί να παίξει η εκπαίδευση στην οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη; Με ποιον τρόπο το σχολείο και η διαπολιτισμική εκπαίδευση μπορούν να συμβάλλουν στην αντιμετώπιση των προκαταλήψεων και της οργανωμένης βίας;




Α. Ποια είναι η σημασία του σχολείου ως δευτερογενούς φορέα κοινωνικοποίησης;

Β. Γιατί η εκπαίδευση συνδέεται με τη δευτερογενή κοινωνικοποίηση;

Γ. Ποιοι είναι οι πυλώνες της γνώσης σύμφωνα με την έκθεση της Διεθνούς Επιτροπής για την Εκπαίδευση της UNESCO και τι επισημαίνει η UNESCO για το ρόλο που μπορεί να παίξει η εκπαίδευση στην οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη;

Δ. Με ποιον τρόπο το σχολείο και η διαπολιτισμική εκπαίδευση μπορούν να συμβάλλουν στην αντιμετώπιση των προκαταλήψεων και της οργανωμένης βίας;

Απάντηση 

Α.  Το εκπαιδευτικό σύστημα μιας χώρας μεταβιβάζει στη νέα γενιά τις κοινές παραδόσεις, αλλά και τη συσσωρευμένη γνώση της κοινωνίας. Στις προβιοηχανικές κοινωνίες οι γνώσεις μεταβιβάζονταν εμπειρικά από γενιά σε γενιά. Το σχολείο ως θεσμός είναι δημιούργημα των κοινωνιών του 19ου αιώνα, ενώ η γενίκευσή του στο δυτικό κόσμο πραγματοποιήθηκε τον 20ό αιώνα. Σήμερα η εκπαίδευση λειτουργεί συμπληρωματικά με την οικογένεια ως προς την εκμάθηση προτύπων συμπεριφοράς. Το εκπαιδευτικό σύστημα κάθε χώρας συνδέεται επίσης με τις ανάγκες για τη μελλοντική επαγγελματική κοινωνικοποίηση της νέας γενιάς και για την απόκτηση κοινωνικών δεξιοτήτων (κριτική σκέψη, συνεργασία, ομαδικότητα), που είναι απαραίτητα εφόδια για κάθε άτομο-μέλος της κοινωνίας. (Σελ. 60-61 σχολικού βιβλίου)

Β. Η εκπαιδευτική διαδικασία καλεί το παιδί, από τη νηπιακή ηλικία μέχρι και την εφηβεία, να περάσει ένα μέρος του χρόνου του με τους συνομηλίκους του και εκτός οικογενειακού πλαισίου. Οι συνομήλικοι είναι το ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο στο οποίο το παιδί καλείται να ενταχθεί και η ένταξη αυτή συνοδεύεται από τη σταδιακή ανεξαρτητοποίηση από το οικογενειακό περιβάλλον, τη συνειδητοποίηση από την πλευρά του παιδιού ότι η ιεραρχία δε στηρίζεται αναγκαστικά σε βιολογικές βάσεις (από τον πατέρα της οικογένειας στο δάσκαλο του σχολείου), την ανάληψη ευθυνών από το ίδιο το παιδί, την αυτόνομη λήψη αποφάσεων. Συμπαραστάτης του ατόμου σε αυτή τη νέα κοινωνική πραγματικότητα, όπου δε συγχωρούνται τα πάντα, όπως συχνά συμβαίνει στην οικογένεια, είναι το σχολείο. Αυτό το στάδιο, κατά το οποίο το παιδί αυτονομείται και οι σχέσεις του με τους άλλους δε χαρακτηρίζονται από το συναίσθημα ή από τη συγγένεια, ονομάζεται δευτερογενής κοινωνικοποίηση. (Σελ. 91 σχολικού βιβλίου)

Γ. Η έκθεση της Διεθνούς Επιτροπής για την Εκπαίδευση της UNESCO επισημαίνει τη σπουδαιότητα της δευτερογενούς κοινωνικοποίησης, δίνοντας έμφαση στους ακόλουθους στόχους της μάθησης, που αποτελούν τους πυλώνες της γνώσης: α) να μάθει στο άτομο πώς να μαθαίνει, δηλαδή πώς να αποκτά τα εργαλεία της κατανόησης του κόσμου..., β) να του μάθει πώς να ενεργεί, έτσι ώστε να είναι παραγωγικό στο χώρο του, γ) να του μάθει πώς να ζει μαζί με τους άλλους, δηλαδή πώς να συμμετέχει στη ζωή τους και να συνεργάζεται μαζί τους, δ) να του μάθει πώς να υπάρχει... Η εκπαίδευση πρέπει να δώσει στους ανθρώπους την ελευθερία της σκέψης, της κρίσης, της έκφρασης των αισθημάτων και της φαντασίας, για να αναπτύξουν τις δεξιότητές τους και τη δυνατότητα να ελέγχουν όσο εξαρτάται από αυτούς τη ζωή τους...». (Σελ. 91-92 σχολικού βιβλίου)

Έχει επισημανθεί από την UNESCO ότι η εκπαίδευση μπορεί να σώσει ζωές, να προστατεύσει από θανατηφόρες ασθένειες, να σπάσει τον κύκλο της φτώχειας και να αποτελέσει ένα από τα κλειδιά της οικονομικής και της κοινωνικής ανάπτυξης. (Σελ. 101 σχολικού βιβλίου)

Δ. Η καλλιέργεια αντιλήψεων σχετικά με την ισοτιμία όλων των ανθρώπων και η εμπέδωση της «πολιτισμικής σχετικότητας» ενισχύουν τις κοινωνικές δεξιότητες όπως την επικοινωνία, την αλληλεγγύη, τις πανανθρώπινες αξίες της ειρήνης και της ελευθερίας. Το σχολείο μπορεί να συμβάλει σημαντικά στην καλλιέργεια της αξίας του διαλόγου ως μέσου ειρηνικής επίλυσης των συγκρούσεων. Αξίζει να προστεθεί ότι μέσα από τη διαπολιτισμική εκπαίδευση, η οποία δεν πρέπει να περιορίζεται μόνο στα «διαπολιτισμικά σχολεία», το σχολείο και ευρύτερα η κοινωνία θα πρέπει να διασφαλίσουν ίσες ευκαιρίες για όλους τους μαθητές ανεξάρτητα από την εθνική και την πολιτισμική προέλευσή τους. Η διαπολιτισμική εκπαίδευση είναι αναγκαία όχι μόνο λόγω της ύπαρξης των αλλοδαπών μαθητών στο σχολείο· η αξία της είναι πολύ μεγαλύτερη συνολικά, ακριβώς γιατί παρουσιάζει πολύπλευρα ένα θέμα, ενώ «μια μονοδιάστατη, για παράδειγμα, παρουσίαση της θρησκείας, της ιστορίας, της γεωγραφίας, της λογοτεχνίας, της κοινωνιολογίας κτλ. δεν παρέχει τις προϋποθέσεις...να αναπτυχθεί η κριτική σκέψη». (Σελ. 213 σχολικού βιβλίου)

Κυριακή 23 Φεβρουαρίου 2020

Για ποιο λόγοι στη μεταβιομηχανική κοινωνία οι κάτοχοι της γνώσης γίνονται πλουσιότεροι; Τι σημαίνει ο όρος «κοινωνία της πληροφορίας» και ποια η σχέση της κοινωνίας αυτής με την εκπαίδευση; Πώς οι τεχνολογικοί μετασχηματισμοί βοήθησαν στην καθιέρωση νέων εκπαιδευτικών διαδικασιών και πώς συνέβαλαν στην αμφισβήτηση του κλασικού τρόπου διδασκαλίας που βασίζεται στη σχέση μεταξύ εκπαιδευτικού και μαθητή;





Α. Για ποιο λόγοι στη μεταβιομηχανική κοινωνία οι κάτοχοι της γνώσης γίνονται πλουσιότεροι;

Β. Τι σημαίνει ο όρος «κοινωνία της πληροφορίας» και ποια η σχέση της κοινωνίας αυτής με την εκπαίδευση;

Γ. Πώς οι τεχνολογικοί μετασχηματισμοί βοήθησαν στην καθιέρωση νέων εκπαιδευτικών διαδικασιών και πώς συνέβαλαν στην αμφισβήτηση του κλασικού τρόπου διδασκαλίας που βασίζεται στη σχέση μεταξύ εκπαιδευτικού και μαθητή;




Απάντηση

Α. Αυτό που δείχνει τη μετάβαση από τη βιομηχανική στη μεταβιομηχανική κοινωνία είναι η παραγωγή και η αξιοποίηση της πληροφορίας και της γνώσης, οι οποίες με τη σειρά τους προκάλεσαν την αλματώδη ανάπτυξη του τομέα των υπηρεσιών. Οι νέες τεχνολογίες (εξελιγμένοι υπολογιστές, ρομποτική, τηλεπικοινωνιακοί δορυφόροι) είναι τα επιτεύγματα της μεταβιομηχανικής κοινωνίας. Σε αυτή την κοινωνία η πληροφορία δείχνει να είναι το «κλειδί» για τη μεγαλύτερη ανάπτυξη, για την αύξηση της παραγωγικότητας και για την ταχύτητα στη λήψη αποφάσεων. Δείχνει όμως να είναι το «κλειδί» και για σημαντικές αλλαγές στον τρόπο διοίκησης αλλά και διαχείρισης των επιχειρήσεων, των οργανισμών κτλ. Γι’ αυτό το λόγο η συσσώρευση των πληροφοριών θεωρείται εξίσου σημαντική με τη συσσώρευση του κεφαλαίου, αφού, όσο η γνώση επεκτείνεται, τόσο οι κατέχοντες γίνονται πλουσιότεροι. (Σελ. 35 σχολικού βιβλίου)

Β. Ο όρος «κοινωνία της πληροφορίας» προέκυψε από την τεχνολογική ανάπτυξη των προηγμένων χωρών. Η κοινωνία της πληροφορίας χαρακτηρίζεται εκτός των άλλων, από τη δυνατότητα γρήγορης συλλογής, αξιοποίησης, επεξεργασίας και μετάδοσης μεγάλου όγκου πληροφοριών. Έτσι, ως σημαντικότερα προσόντα για τους πολίτες των προηγμένων κοινωνιών θεωρούνται η εφευρετικότητα και η δημιουργικότητα. Αυτά τα προσόντα δίνουν το όπλο της ανταγωνιστικότητας στους πολίτες, αλλά και στα κράτη. Σε ό,τι αφορά τον πολίτη, είναι φανερό ότι τα συγκεκριμένα προσόντα τον βοηθούν στη συνεχή επαγγελματική του εξέλιξη. Όσον αφορά την ανταγωνιστικότητα των κρατών πολλοί θεωρούν ότι διεξάγεται ένας ιδιόμορφος «πόλεμος» ανάμεσά τους σχετικά με την αναβάθμιση του εκπαιδευτικού συστήματος με στόχο αυτό να μπορεί να παράγει αξιοζήλευτη επιστημονική γνώση και να βοηθά τους νέους να λειτουργούν αποτελεσματικά σε μια «δικτυακή κοινωνία».

Έτσι στη σύγχρονη κοινωνία είναι προφανής η σύνδεση της εκπαίδευσης με την κοινωνία της πληροφορίας, γι’ αυτό και καταβάλλονται συνεχείς προσπάθειες να εξοπλιστούν τα σχολεία με ηλεκτρονικούς υπολογιστές. Η εισαγωγή της πληροφορικής στα σχολεία έχει σκοπό να προωθήσει την εξοικείωση των μαθητών με τον Η/Υ, να βοηθήσει στη μάθηση άλλων γνωστικών αντικειμένων και να αποτελέσει εργαλείο για την αντιμετώπιση μαθησιακών δυσκολιών. Επιπλέον, οι νέες τεχνολογίες μπορούν να βοηθήσουν στη μαθησιακή διαδικασία κάνοντας προσιτές στο δάσκαλο και στο μαθητή, γνώσεις και πληροφορίες που παλαιότερα θα απαιτούσαν χρόνο για να αποκτηθούν. (Σελ. 102 σχολικού βιβλίου)

Γ. Αναμφισβήτητα, οι τεχνολογικοί μετασχηματισμοί βοήθησαν στην καθιέρωση νέων εκπαιδευτικών διαδικασιών και συστημάτων παροχής εκπαίδευσης, που εισάγουν καινούριες διδακτικές διαδικασίες, όπως είναι η εκπαίδευση από απόσταση (τηλεκπαίδευση). Η εκπαίδευση από απόσταση μειώνει τον άμεσο και προσωπικό χαρακτήρα της παρεχόμενης εκπαίδευσης, ταυτόχρονα όμως καθιστά εφικτή τη σύνδεση των απομακρυσμένων περιοχών με τα αγαθά της εκπαίδευσης.

Ωστόσο, οι τεχνολογικοί αυτοί μετασχηματισμοί αφενός άλλαξαν την ίδια την εκπαιδευτική πράξη, αφού αμφισβητείται πια ο κλασικός τρόπος διδασκαλίας με επίκεντρο τη σχέση εκπαιδευτικού/μαθητή και αφετέρου καθιστούν απαραίτητη την αναπροσαρμογή της εκπαιδευτικής πράξης και τον προσανατολισμό της προς νέες μεθόδους μάθησης, στις οποίες κυρίαρχη θέση θα έχει η μηχανή και όχι ο άνθρωπος. (Σελ. 102-103 σχολικού βιβλίου)

Κυριακή 16 Φεβρουαρίου 2020

Πιερ Μπουρντιέ - Το αποτέλεσμα του τίτλου


Pierre Bourdieu (1930-2002)
Ο Γάλλος κοινωνιολόγος Π. Μπουρντιέ (Ρ. Bourdieu, 1930-2002) κατέδειξε εμπειρικά ότι το εκπαιδευτικό σύστημα λειτουργεί ως σύστημα επιλογής που ευνοεί τις ανώτερες τάξεις σε βάρος των υπολοίπων. Αυτή η προνομιακή μεταχείριση των ανώτερων τάξεων είναι εμφανής στον τίτλο σπουδών που χορηγείται από το σχολείο. Ο χαρακτηρισμός της φοίτησης του μαθητή που αναγράφεται στον τίτλο σπουδών του είναι στην ουσία μια απονομή ιδιοτήτων στο μαθητή (Ρ. Bourdieu, 2002:66). Αυτή η απονομή των ιδιοτήτων (είτε είναι θετική, όπως π.χ. «απολύεται με λίαν καλώς», είτε αρνητική, όπως «απορρίπτεται» ή «παραπέμπεται», που ισούται με στιγματισμό) κατατάσσει τα άτομα σε ιεραρχημένες κοινωνικές ομάδες.

 
 Το αποτέλεσμα του τίτλου

Γνωρίζοντας τη σχέση η οποία, εξαιτίας του τρόπου λειτουργίας του σχολικού συστήματος και της λογικής που διέπει τη μεταβίβαση του πολιτισμικού κεφαλαίου, εγκαθιδρύεται ανάμεσα στο κληρονομημένο από την οικογένεια πολιτισμικό κεφάλαιο και στο σχολικό κεφάλαιο, δε θα μπορούσαμε να καταλογίσουμε αποκλειστικά στη δράση του σχολικού συστήματος [...] την ισχυρή συσχέτιση που παρατηρείται ανάμεσα στην ικανότητα σε θέματα μουσικής ή ζωγραφικής (και στην πρακτική την οποία αυτή συνεπάγεται και καθιστά δυνατή) και στο σχολικό κεφάλαιο: και τούτο γιατί το σχολικό κεφάλαιο είναι το εγγυημένο προϊόν των συσσωρευμένων αποτελεσμάτων της πολιτισμικής μεταβίβασης που εξασφαλίζεται από την οικογένεια και της πολιτισμικής μεταβίβασης που εξασφαλίζεται από το σχολείο (και η αποτελεσματικότητα της οποίας εξαρτάται από τη σπουδαιότητα του άμεσα κληρονομημένου από την οικογένεια πολιτισμικού κεφαλαίου). Ο σχολικός θεσμός, με τη δράση εγχάραξης γνώσεων και τη δράση επιβολής αξίας τις οποίες ασκεί, συμβάλλει επίσης (κατά ένα λιγότερο ή περισσότερο σημαντικό μέρος, ανάλογα με την αρχική διάθεση, δηλαδή ανάλογα με την τάξη καταγωγής) στη συγκρότηση της γενικής και μεταθετής διάθεσης απέναντι στη νόμιμη κουλτούρα, η οποία έχει μεν αποκτηθεί με αφορμή τις σχολικά αναγνωρισμένες γνώσεις και πρακτικές, αλλά τείνει να εφαρμοστεί πέρα από τα όρια του "σχολικού", παίρνοντας τη μορφή μιας "ανιδιοτελούς" ροπής προς συσσώρευση εμπειριών και γνώσεων, οι οποίες ενδέχεται και να μην είναι άμεσα αποδοτικές στη σχολική αγορά.

Στην πραγματικότητα, η τάση της καλλιεργημένης διάθεσης προς καθολίκευση είναι απλώς η προϋπόθεση που επιτρέπει την επιχείρηση πολιτισμικής ιδιοποίησης, η οποία είναι εγγεγραμμένη ως αντικειμενική απαίτηση τόσο στο γεγονός του ανήκειν στην αστική τάξη όσο και στους τίτλους που διανοίγουν πρόσβαση στα δικαιώματα και στα καθήκοντα της αστικής τάξης. Γι' αυτό και πρέπει πρώτα να σταματήσουμε σε ένα αποτέλεσμα του σχολικού θεσμού που φαίνεται να είναι καλύτερα κρυμμένο, εκείνο το οποίο παράγει η επιβολή τίτλων, ιδιαίτερη περίπτωση του αποτελέσματος καταστατικής απονομής ιδιοτήτων, θετικής (εξευγενισμός) ή αρνητικής (στιγματισμός), το οποίο όλες οι ομάδες παράγουν όταν κατατάσσουν τα άτομα σε ιεραρχημένες τάξεις*. [...] 

(Pierre Bourdieu, Η Διάκριση, Πατάκης, Αθήνα, 2002
*Οι υπογραμμίσεις δικές μου - Δ.Λ.)