Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κοινωνικές ανισότητες/Εργασία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κοινωνικές ανισότητες/Εργασία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 7 Μαρτίου 2025

Η κατανομή του κατά κεφαλήν ΑΕΠ ανά περιφέρεια (Eurostat | 2021)

Παρασκευή 3 Ιανουαρίου 2025

Ευκαιρία ή επιβίωση; Όψεις της αυτοαπασχόλησης ανάμεσα σε χώρες της Ευρώπης

Σύμφωνα με τη Διεθνή Οργάνωση Εργασίας (ΔΟΕ), η αυτοαπασχόληση αποτελεί μορφή εργασίας, η αμοιβή της οποίας απορρέει άμεσα από τα παραγόμενα αγαθά και υπηρεσίες [1]. Ο παρακάτω χάρτης (επεξεργασία με τη χρήση της γλώσσας RΔ.Λ.) αποτυπώνει το ποσοστό της αυτοαπασχόλησης, ως μερίδιο της συνολικής απασχόλησης, για διάφορες ευρωπαϊκές χώρες για το 2020 (ΔΟΕ). Τα πιο σκούρα χρώματα στο χάρτη αντιπροσωπεύουν αυξημένα μερίδια αυτοαπασχόλησης, ενώ τα ανοιχτόχρωμα χαμηλότερα.
 
Πηγή: ILO| Library: wbstats 1.0.4 | Επεξεργασία: Δ.Λ.
 
Συνολικά, χώρες της Νότιας και Ανατολικής Ευρώπης εμφανίζουν υψηλότερα ποσοστά αυτοαπασχόλησης (π.χ. Ελλάδα, ορισμένες χώρες των Βαλκανίων), ενώ χώρες της Βόρειας και Δυτικής χαμηλότερα επίπεδα, της τάξης του 10 έως 20%. Υψηλότερα ποσοστά αυτοαπασχόλησης σχετίζονται με αγορές εργασίας όπου κυριαρχεί η απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων και η «χαλάρωση» της εργατικής νομοθεσίας. Στις περιοχές εκείνες όπου οι ευκαιρίες πρόσβασης στην πλήρη απασχόληση είναι περιορισμένες, πολλοί εργαζόμενοι/ες μπορεί να στρέφονται προς την αυτοαπασχόληση ως λύση επιβίωσης στη θέση κεφαλαιοποίησης επιχειρηματικών σχεδίων ή ευκαιριών. Στη Νότια και Ανατολική Ευρώπη, αυτή η τάση, σε ορισμένες περιπτώσεις, δεν είναι άσχετη με τον υψηλότερο κίνδυνο φτώχειας (ενόσω οι θεσμοί κοινωνικής ασφάλισης εξασθενούν) και την οικονομική ευαλωτότητα. Αντίθετα, τα χαμηλότερα ποσοστά αυτοαπασχόλησης σε χώρες της Δυτικής και Βόρειας Ευρώπης υποδηλώνουν την κυριαρχία τυπικών μορφών απασχόλησης, οι οποίες συνδέονται με ισχυρότερη κοινωνική προστασία και χαμηλότερο κίνδυνο φτώχειας.
 
 

Σημείωση: 

[1] Σε αντίθεση για παράδειγμα με το εισόδημα από τη μισθωτή εργασία, το οποίο εξαρτάται από τη σύναψη κάποιας μορφής σύμβασης μεταξύ εργοδότη και εργαζόμενου.

Παρασκευή 26 Ιουλίου 2024

Η σπείρα του χρέους: η σχέση μεταξύ εισοδηματικών ανισοτήτων και στεγαστικής κρίσης στις ΗΠΑ (2007-08)

Η άνοδος των οικονομικών ανισοτήτων, κατά την περίοδο των τελευταίων δεκαετιών πριν την κρίση του 2007-08, αποτελεί έναν από τους βασικούς παράγοντες αστάθειας του χρηματοπιστωτικού συστήματος των ΗΠΑ. Γιατί όμως, αλλά και με ποιον τρόπο συνέβη κάτι τέτοιο;

Η στασιμότητα της αγοραστικής δύναμης μεταξύ νοικοκυριών από τις κατώτερες και μεσαίες τάξεις της Αμερικής έπαιξε σημαντικό ρόλο στην τάση αύξησης του δανεισμού. Καθώς οι μισθοί έμεναν στάσιμοι ή αυξάνονταν με βραδύτερο ρυθμό σε σύγκριση με το κόστος ζωής, πολλά νοικοκυριά από τις τάξεις αυτές δυσκολεύονταν ολοένα και περισσότερο να διατηρήσουν το βιοτικό τους επίπεδο. Ως αποτέλεσμα, τα νοικοκυριά αυτά άρχισαν να στρέφονται στο δανεισμό προκειμένου να είναι σε θέση να καλύπτουν καταναλωτικές ανάγκες όπως στέγαση, εκπαίδευση, υγειονομική περίθαλψη.

Από την άλλη πλευρά, οι τράπεζες και άλλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα άρχισαν να προσφέρουν όλο και πιο εύκολη πρόσβαση σε κάθε είδους πιστώσεις, όπως δάνεια, πιστωτικές κάρτες, στεγαστικά με επιεικείς όρους και χαμηλά αρχικά επιτόκια. Πολλά από αυτά τα δάνεια ήταν δάνεια υψηλού κινδύνου, εν μέσω ενός «χαλαρού» ρυθμιστικού πλαισίου, το οποίο όξυνε τις επικίνδυνες πρακτικές δανεισμού.

Την ίδια στιγμή, οι ανώτερες κοινωνικά τάξεις, οι οποίες τις τελευταίες πριν την κρίση δεκαετίες σώρευαν όλο και περισσότερο πλούτο, αναζητούσαν ολοένα και πιο υψηλές αποδόσεις για τις επενδύσεις τους. Αυτό οδήγησε σε μια μαζική εισροή κεφαλαίων στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, η οποία τροφοδότησε την περαιτέρω διαθεσιμότητα πιστώσεων. Οι τράπεζες και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα προκειμένου να προσελκύσουν τα κεφάλαια αυτά, άρχισαν να δημιουργούν όλο και πιο σύνθετα χρηματοοικονομικά προϊόντα από υψηλού κινδύνου στεγαστικά δάνεια υποσχόμενα ελκυστικές αποδόσεις στους κατόχους πλούτου.

Ο συνδυασμός στάσιμης αγοραστικής δύναμης μεταξύ των νοικοκυριών κατώτερων και μεσαίων τάξεων από τη μία πλευρά και αναζήτησης υψηλών αποδόσεων από τις ανώτερες τάξεις από την άλλη δημιούργησαν μια ανατροφοδοτούμενη σπείρα: καθώς οι τιμές των ακινήτων συνέχισαν να αυξάνονται, τροφοδοτούμενες από το κυνήγι του κέρδους και τα χαλαρό νομοθετικό πλαίσιο δανεισμού η φούσκα τελικά έσκασε, οδηγώντας σε εκτεταμένες χρεοκοπίες και κατάρρευση του χρηματοπιστωτικού συστήματος (για την κρίση των στεγαστικών δανείων βλ. εδώ).

Το παρακάτω γράφημα (επεξεργασία με τη γλώσσα R: Δ.Λ.) αντιπαραβάλει το ποσοστό αποταμίευσης (αριστερή πλευρά) με το χρέος των αμερικανικών νοικοκυριών ως ποσοστό του ΑΕΠ (δεξιά πλευρά) κατά την περίοδο 1982-2007, με βάση στοιχεία από την ομοσπονδιακή τράπεζα των ΗΠΑ. Το Ποσοστό Αποταμίευσης υπολογίζεται ως ο λόγος της ατομικής αποταμίευσης προς το Διαθέσιμο Ατομικό Εισόδημα (DPI). Με πιο απλά λόγια, δείχνει ποιο μέρος του εισοδήματός τους αποταμιεύουν τα νοικοκυριά. Από την άλλη πλευρά, το χρέος αντιπροσωπεύει το σύνολο των χρεογράφων και των δανείων των νοικοκυριών (αλλά και των μη κερδοσκοπικών οργανισμών) ως ποσοστό στο αμερικανικό ΑΕΠ.

 
Δεδομένα: FRED | Επεξεργασία: Δ.Λ.

Παρασκευή 12 Ιουλίου 2024

Το οικονομικό προφίλ των νοικοκυριών της Ευρώπης (2022)

 

Παρασκευή 12 Απριλίου 2024

Κλιματική αλλαγή και εισοδηματικές ανισότητες: δίδυμες κρίσεις

Η διόγκωση των εισοδηματικών ανισοτήτων σε παγκόσμιο επίπεδο και η κλιματική αλλαγή αποτελούν τις δίδυμες κρίσεις του καιρού μας. Μια έκθεση από τη μη κυβερνητική οργάνωση Oxfam, με στοιχεία από το Ινστιτούτο Περιβάλλοντος της Στοκχόλμης (SEI), που είδε πριν λίγο καιρό (11/2023) το φως της δημοσιότητας επιχειρεί να αποκαλύψει τον τρόπο με τον οποίο οι κρίσεις αυτές συνδέονται και οδηγούν η μία στην άλλη.

Παρότι, οι ευθύνες των πολυεθνικών ομίλων (και ειδικά των εταιρειών ορυκτών καυσίμων) στην πρόκληση της κλιματικής αλλαγής έχει αποτελέσει αντικείμενο διερεύνησης [1], λίγη είναι η έρευνα που έχει διενεργηθεί αναφορικά με τη συμβολή του εισοδηματικά πιο πλούσιου 1% του πλανήτη στην κλιματική αλλαγή όχι μόνο μέσα από επενδύσεις σε βιομηχανίες με υψηλό αποτύπωμα άνθρακα, αλλά και μέσω του πολυτελούς και ρυπογόνου τρόπου ζωής και κατανάλωσης.

Σύμφωνα, λοιπόν, με τα ευρήματα της έκθεσης, το 1% των πιο πλούσιων ανθρώπων του κόσμου ευθύνεται για το 16% των παγκόσμιων εκπομπών, εξαιτίας του τρόπου ζωής του. Για το έτος 2019, το πλουσιότερο 1% [2], (δηλαδή 77 εκατομμύρια άνθρωποι) εξέπεμπε ποσότητα αερίων του θερμοκηπίου ίση με αυτή που εξέπεμπε το φτωχότερο 66% (που αντιστοιχούσε σε 5,11 δισ. ανθρώπους).

Στο παρακάτω γράφημα αποτυπώνεται η κατανομή των εκπομπών του διοξειδίου μέσω της κατανάλωσης για διάφορες εισοδηματικές κατηγορίες, με το εκτιμώμενο αποτύπωμα για το πλουσιότερο 10% -που περιλαμβάνει 770 εκατομμύρια ανθρώπους (εισοδηματικό όριο τις 41.000 δολάρια, Ισοτιμία Αγοραστικής Δύναμης και μέσο εισόδημα τις 91.000 δολάρια)- να είναι της τάξης του 49,8% του συνόλου (ή 18,5 γιγατόνους διοξειδίου του άνθρακα).  
 
 


Σημειώσεις:

[1] Βλ. 1982 Memo to Exxon Management about CO2 Greenhouse Effect. Επίσης, The Carbon Major Report, 2017. Βλ. το σχετικό σχολιασμό εδώ

[2] Το εισοδηματικό όριο (threshold) για να συμπεριληφθεί κάποιος στο 1% των πλουσιότερων ανθρώπων του πλανήτη με βάση την ισοτιμία αγοραστικής δύναμης (PPP) υπολογίστηκε στις 140.000 δολάρια.