Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κοινωνικές ανισότητες/Εργασία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κοινωνικές ανισότητες/Εργασία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 12 Απριλίου 2024

Κλιματική αλλαγή και εισοδηματικές ανισότητες: δίδυμες κρίσεις

Η διόγκωση των εισοδηματικών ανισοτήτων σε παγκόσμιο επίπεδο και η κλιματική αλλαγή αποτελούν τις δίδυμες κρίσεις του καιρού μας. Μια έκθεση από τη μη κυβερνητική οργάνωση Oxfam, με στοιχεία από το Ινστιτούτο Περιβάλλοντος της Στοκχόλμης (SEI), που είδε πριν λίγο καιρό (11/2023) το φως της δημοσιότητας επιχειρεί να αποκαλύψει τον τρόπο με τον οποίο οι κρίσεις αυτές συνδέονται και οδηγούν η μία στην άλλη.

Παρότι, οι ευθύνες των πολυεθνικών ομίλων (και ειδικά των εταιρειών ορυκτών καυσίμων) στην πρόκληση της κλιματικής αλλαγής έχει αποτελέσει αντικείμενο διερεύνησης [1], λίγη είναι η έρευνα που έχει διενεργηθεί αναφορικά με τη συμβολή του εισοδηματικά πιο πλούσιου 1% του πλανήτη στην κλιματική αλλαγή όχι μόνο μέσα από επενδύσεις σε βιομηχανίες με υψηλό αποτύπωμα άνθρακα, αλλά και μέσω του πολυτελούς και ρυπογόνου τρόπου ζωής και κατανάλωσης.

Σύμφωνα, λοιπόν, με τα ευρήματα της έκθεσης, το 1% των πιο πλούσιων ανθρώπων του κόσμου ευθύνεται για το 16% των παγκόσμιων εκπομπών, εξαιτίας του τρόπου ζωής του. Για το έτος 2019, το πλουσιότερο 1% [2], (δηλαδή 77 εκατομμύρια άνθρωποι) εξέπεμπε ποσότητα αερίων του θερμοκηπίου ίση με αυτή που εξέπεμπε το φτωχότερο 66% (που αντιστοιχούσε σε 5,11 δισ. ανθρώπους).

Στο παρακάτω γράφημα αποτυπώνεται η κατανομή των εκπομπών του διοξειδίου μέσω της κατανάλωσης για διάφορες εισοδηματικές κατηγορίες, με το εκτιμώμενο αποτύπωμα για το πλουσιότερο 10% -που περιλαμβάνει 770 εκατομμύρια ανθρώπους (εισοδηματικό όριο τις 41.000 δολάρια, Ισοτιμία Αγοραστικής Δύναμης και μέσο εισόδημα τις 91.000 δολάρια)- να είναι της τάξης του 49,8% του συνόλου (ή 18,5 γιγατόνους διοξειδίου του άνθρακα).  
 


Σημειώσεις:

[1] Βλ. 1982 Memo to Exxon Management about CO2 Greenhouse Effect. Επίσης, The Carbon Major Report, 2017. Βλ. το σχετικό σχολιασμό εδώ

[2] Το εισοδηματικό όριο (threshold) για να συμπεριληφθεί κάποιος στο 1% των πλουσιότερων ανθρώπων του πλανήτη με βάση την ισοτιμία αγοραστικής δύναμης (PPP) υπολογίστηκε στις 140.000 δολάρια.

Παρασκευή 15 Δεκεμβρίου 2023

Η παραγωγικότητα της εργασίας και η εισοδηματική ανισότητα στις ΗΠΑ

Τις τελευταίες δεκαετίες οι περισσότερες από τις πιο ισχυρές οικονομίες του πλανήτη βρίσκονται αντιμέτωπες με σημαντική επιβράδυνση στους ρυθμούς αύξησης της παραγωγικότητας (βλ. Table 1). Την ίδια στιγμή, η επιβράδυνση αυτή συνοδεύεται από την παγίωση σημαντικών εισοδηματικών ανισοτήτων, που με την πάροδο του χρόνου δείχνουν να διογκόνωνται. Στο παρακάτω γράφημα, παρατηρούμε την εξέλιξη του φαινομένου, εστιάζοντας στην οικονομία των ΗΠΑ, από τα μέσα περίπου της δεκαετίας του 1980 έως περίπου τα τέλη αυτής του 2010, αξιοποιώντας συνδυαστικά στοιχεία από την Total Economy Database και την Παγκόσμια Τράπεζα.
 
Δεδομένα: TED, WDI | Επεξεργασία: Δ. Λ.
 
Διάφορες αναλύσεις θεωρούν την επιβράδυνση του ρυθμού αύξησης της παραγωγικότητας πρόσκαιρο φαινόμενο, το οποίο κάποια στιγμή σχετικά σύντομα τελειώνει οδηγώντας την οικονομία σε νέα επίπεδα κερδοφορίας. Τα επίσημα στοιχεία, παρόλα αυτά, δείχνουν πως αυτή η επιβράδυνση δεν αποτελεί παροδικό φαινόμενο, αλλά ιστορική τάση μεταξύ των οικονομικά ανεπτυγμένων οικονομιών, όπως αυτής των ΗΠΑ [1]. Στην πραγματικότητα μοιάζει να έχει δημιουργηθεί ένας φαύλος κύκλος μεταξύ χαμηλής παραγωγικότητας από τη μια πλευρά και υψηλής εισοδηματικής ανισότητας από την άλλη, καθηλώνοντας εργαζόμενους/ες που δε διαθέτουν τους πόρους για πρόσβαση στην ανώτερη εκπαίδευση σε χαμηλής ειδίκευσης υποαμειβόμενες θέσεις εργασίας. (Βλ. εδώ) Την ίδια στιγμή, από τη δεκαετία του 1980 κι έπειτα το πλουσιότερο 10% του πληθυσμού των ΗΠΑ αυξάνει διαρκώς το μερίδιο του στο εθνικό εισόδημα, διευρύνοντας την απόσταση που το χωρίζει από τα φτωχότερα στρώματα του πληθυσμού. 
 
Δ.Λ.
 

Σημείωση


[1] Grossman G.M., Helpman E., Oberfield E., et al. "The Productivity Slowdown and the Declining Labor Share", CEPR Discussion Paper 12342, 2017. https://doi.org/10.3386/w23853

Παρασκευή 21 Ιουλίου 2023

Η μακρά δεκαετία του '10: πανόραμα αναρτήσεων


Η περίοδος της μακράς ύφεσης της δεκαετίας του 2010 για τη χώρα, αν και μοιάζει σύντομη χρονικά, στην πραγματικότητα είναι πυκνή κοινωνικά, μακρά ιστορικά. Συνοψίζοντας, εν τάχει, κάποια από τα στοιχεία που έχουν παρουσιαστεί σε διαδοχικά μαθήματα κι έχουν δημοσιευτεί εδώ πάνω στο οικονομικό, με έμφαση στο κοινωνικό, αποτύπωμα αυτής της περιόδου: 
 
  • τα μέτρα λιτότητας που επιβλήθηκαν στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας άφησαν πίσω τους ένα υπέρογκο χρέος (Stability and Growth Pact), μειώνοντας την οικονομική δραστηριότητα της Ελλάδας και το ΑΕΠ της συνολικά. 
  • Οι πραγματικοί μισθοί μειώθηκαν στη διάρκεια της δεκαετίας, ενώ η ανεργία εκτοξεύθηκε, ιδιαίτερα ανάμεσα στους νέους -πολλοί από τους οποίους/ες μετανάστευσαν αναζητώντας ευκαιρίες σε άλλες αγορές εργασίας. 
  • Η φορολογία αυξήθηκε, ενώ αρκετές αυτοκτονίες, που καταγράφονται κατά τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας, συνδέθηκαν με την άνοδο της ανεργίας και τη σώρευση ιδιωτικών χρεών μεταξύ των νοικοκυριών. 
  • Ο κίνδυνος φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού κινήθηκε γύρω στο 30%, με ένα ποσοστό της τάξης του 17%, νέων ηλικίας 16 έως 19 ετών, να αντιμετωπίζουν σοβαρές υλικές και κοινωνικές στερήσεις. 
  • Υψηλά επίπεδα σημείωσε και η ενεργειακή φτώχεια στη χώρα με σημαντικό αριθμό νοικοκυριών να δηλώνουν αδυναμία κάλυψης των ενεργειακών τους αναγκών. 
  • Η διάμεση ηλικία του πληθυσμού αυξήθηκε στα 45 έτη το 2020 από τα 41 το 2011, ενώ σύμφωνα με την τελευταία απογραφή ο συνολικός πληθυσμός εμφανίζεται μειωμένος κατά 3,1% σε σχέση με την απογραφή του 2011.
  • Οι κρατικές δαπάνες για δημόσιες υπηρεσίες, όπως για την περίθαλψη μειώθηκαν σημαντικά, οδηγώντας σε μείωση ποιότητας και διογκώνοντας φαινόμενα κοινωνικού αποκλεισμού των ευάλωτων ομάδων.
  • Η παραγωγικότητα της εργασίας βυθίστηκε, ενώ πολλές ΜΜΕ (μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις) αντιμετώπισαν προβλήματα επιβίωσης, γεγονός που οδήγησε σε πολλά λουκέτα. 
  • Στις αρχές της δεκαετίας του '10 οι κοινωνικές αναταραχές και οι διαμαρτυρίες αυξήθηκαν λόγω της επιδείνωσης των οικονομικών συνθηκών και των μέτρων λιτότητας, ενώ η εμπιστοσύνη των πολιτών στους θεσμούς και το πολιτικό σύστημα συνολικά καταβαραθρώθηκε.  
Στα τέλη αυτής της δεκαετίας και στην αυγή της επόμενης το ξέσπασμα της πανδημίας covid-19, που στοίχισε τη ζωή σε πάνω από 35.000 ανθρώπους, συνέβαλε στη μείωση του προσδόκιμου ζωής, ενώ ο πληθωρισμός έχει εκτοξεύσει τις τιμές βασικών ειδών διατροφής όχι μόνο στη χώρα, αλλά και στον υπόλοιπο κόσμο. Το τελευταίο διάστημα, η σχετική ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, με τη μείωση της ανεργίας και την αύξηση του αριθμού νεων επιχειρήσεων, παρότι αύξησε το πραγματικό ΑΕΠ κατά 8,4% το 2021 και άλλο 5,9% το επόμενο έτος, εντούτοις δείχνει να βρίσκεται σημαντικά χαμηλότερα από τα προ-κρισης επίπεδα, με πολλά ανοιχτά ζητήματα να βρίσκονται μπροστά σε περιβαλλοντικό, οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο. 

Παρασκευή 7 Ιουλίου 2023

Εισοδηματικές ανισότητες: αναπτυσσόμενες και αναπτυγμένες οικονομίες

Μέσα στο τελευταίο χρονικό διάστημα, σχεδόν ενενήντα αναπτυσσόμενες χώρες έχουν δει τα νομίσματά τους να αποδυναμώνονται έναντι του δολαρίου, με το ένα τρίτο εξ’ αυτών κατά περισσότερο από 10%. Για τις περισσότερες αναπτυσσόμενες χώρες ισχυρό δολάριο συνεπάγεται, ανάμεσα στα άλλα, αύξηση των τιμών των εισαγόμενων προϊόντων γεγονός που γενικεύει φαινόμενα φτώχειας, σε μια περίοδο χαμηλών ημερομισθίων ή στάσιμων απολαβών για την πλειοψηφία των εργαζόμενων. Όπως προκύπτει από τα στοιχεία που παρουσίασε η Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για το Εμπόριο και την Ανάπτυξη για το 2022 το μερίδιο του συνολικού εισοδήματος από την εργασία ως ποσοστό επί του ΑΕΠ (για τoν τρόπο υπολογισμού βλ. τις επεξηγηματικές σημειώσεις εδώ) βαίνει σταθερά μειούμενο από τη δεκαετία του 1980 κι έπειτα, με την ψαλίδα μεταξύ αναπτυσσόμενων (εκτός Κίνας) και αναπτυγμένων οικονομιών να παραμένει σημαντική έστω κι αν έχει μειωθεί.  

 
Για τις αναπτυγμένες οικονομίες, από την άλλη πλευρά, το συνολικό εισόδημα από την εργασία σημείωσε μικρή αύξηση κατά τα έτη 2020-21, εξαιτίας των πολιτικών που εφαρμόστηκαν στη διάρκεια των περιοριστικών μέτρων της πανδημίας covid-19 -αν και το γεγονός αυτό δεν είναι σε θέση να αντιστρέψει την πτωτική ιστορική τάση, όπως καταγράφεται στα συγκεντρωτικά στοιχεία της έκθεσης των Ηνωμένων Εθνών. Μπορεί κατά την τελευταία περίοδο, σε ορισμένες αναπτυγμένες χώρες (όπως οι ΗΠΑ ή το Ηνωμένο Βασίλειο) η αύξηση των μισθών να επιταχύνθηκε εντούτοις, εν μέσω πληθωρισμού, οι αμοιβές δε συμβαδίζουν με το διαρκώς αυξανόμενο επίπεδο τιμών των προϊόντων που καταγράφονται τους τελευταίους μήνες (έστω κι αν σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία ο ρυθμός αύξησης του πληθωρισμού άρχισε να μειώνεται σε κάποιες χώρες της Δύσης). Στην ουσία, οι μισθοί ανάμεσα στις αναπτυγμένες χώρες μειώθηκαν σε πραγματικούς όρους μέσα στο 2022, ενώ όπως δείχνουν τα στοιχεία της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ΔΟΕ) για το πρώτο και δεύτερο τρίμηνο του προηγούμενου έτους η αύξηση της παραγωγικότητας σε σύγκριση με τους μισθούς σημείωσε τη μεγαλύτερη απόκλιση  από το 1999 (για τα αναλυτικά στοιχεία βλ. εδώ).

Τρίτη 20 Δεκεμβρίου 2022

Οικονομικές ανισότητες και συνδικαλιστική συμμετοχή (ΗΠΑ, 1917-2017)

Σύμφωνα με την Παγκόσμια Έκθεση για την Ανισότητα του 2022, οι ανισότητες έχουν εκτοξευτεί τα τελευταία 40 χρόνια, με το πλουσιότερο 10% του πληθυσμού στον πλανήτη να κατέχει από το 60 έως 80% περίπου του παγκόσμιου πλούτου, την ίδια στιγμή που το φτωχότερο μισό κατέχει λιγότερο από το 5%. Στη χώρα με το υψηλότερο ΑΕΠ στον κόσμο, τις ΗΠΑ, οι περισσότεροι/ες εργαζόμενοι/ες περνούν, σήμερα, κατά μέσο όρο 11 τοις εκατό περισσότερο χρόνο στην εργασία τους προκειμένου να κερδίσουν τον ίδιο μισθό που κέρδιζαν πριν από περίπου 20 χρόνια. Ταυτόχρονα, ο συντελεστής Gini [1] βρίσκεται στο υψηλότερο σημείο που έχει σημειωθεί τα τελευταία χρόνια στις ΗΠΑ, καταγράφοντας μια άνοδο ρεκόρ από το 0,38 στα τέλη της δεκαετίας του 1960 στο 0,49 το 2021 (βλ. εδώ).

Αν και οι βαθύτερες αιτίες έκρηξης αυτών των ανισοτήτων είναι πολλές, η διάβρωση της διαπραγματευτικής δύναμης των συνδικαλιστικών ενώσεων, ειδικά από τη δεκαετία του 1960 κι έπειτα, αποτελεί σημαντικό παράγοντα στην όξυνση του φαινομένου, όπως αποκαλύπτουν τα στοιχεία από το Economic Policy Institute (βλ. επίσης εδώ). Το παρακάτω γράφημα, που καταγράφει ιστορικά την εξέλιξη της σχέσης μεταξύ συνδικαλιστικής συμμετοχής και εισοδηματικής ανισότητας, είναι ενδεικτικό του τρόπου με τον οποίο συνδέονται τα δυο φαινόμενα στην κοινωνία των ΗΠΑ σε έναν χρονικό ορίζοντα που αγγίζει έναν αιώνα.

Πηγή: Economic Policy Institute | Επεξεργασία: Δ. Λ.

Ειδικά από τη δεκαετία του 1940 κι έπειτα, όσο πιο ισχυρή είναι η διαπραγματευτική δύναμη των συνδικαλιστικών οργανώσεων μέσα από την υψηλή συμμετοχή εργαζομένων, τόσο μειώνεται το μερίδιο εισοδήματος του πλουσιότερου 10% του πληθυσμού, ενώ αργότερα, μετά τη δεκαετία του 1960, όσο πιο αδύναμες είναι οι συλλογικές μορφές διεκδίκησης, μέσα από την οργάνωση και τη συμμετοχή σε συνδικαλιστικές ενώσεις, τόσο αυξάνεται το μερίδιο εισοδήματος που καρπώνεται το πλουσιότερο 10%. (Ο συντελεστής κατάταξης του Spearman αποκαλύπτει για την περίοδο αυτή μια ισχυρά αρνητική σχέση μεταξύ των δύο παραγόντων: r(76) = - .87, p = .001. Βλ. εδώ).

Μπορεί οι διεκδικήσεις, μέσα από συλλογικές μορφές οργάνωσης όπως οι συνδικαλιστικές ενώσεις, να είναι σε θέση να επιφέρουν, σωρευτικά, επιπτώσεις όχι μόνο στους μισθούς όσων εργαζομένων συμμετέχουν σε αυτές, αλλά και στους μισθούς των μη συνδικαλισμένων εργαζομένων, η συμμετοχή ωστόσο σε συνδικαλιστικές οργανώσεις παρουσιάζει μεγάλες αποκλίσεις μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, όπως δείχνουν τα στοιχεία από την ίδια πηγή: 

Πηγή: Economic Policy Institute | Επεξεργασία: Δ. Λ.

Από την άλλη πλευρά, κατά την πάροδο αυτών των τελευταίων 100 ετών, τα χαρακτηριστικά συμμετοχής των εργαζομένων στις συνδικαλιστικές ενώσεις έχουν διαφοροποιηθεί όχι μόνο ποσοτικά, αλλά και ποιοτικά. Παρότι στο παρελθόν, οι εργαζόμενοι που παραδοσιακά οργανώνονταν σε συνδικάτα στις ΗΠΑ ήταν στην πλειοψηφία τους λευκοί άνδρες και κυρίως ειδικευμένοι τεχνίτες, πλέον τα δύο τρίτα περίπου (65,4 τοις εκατό) των εργαζομένων ηλικίας 18 έως 64 ετών που καλύπτονται από συλλογικές συμβάσεις είναι γυναίκες ή/και έγχρωμοι. Σήμερα, οι έγχρωμοι/ες εργαζόμενοι/ες είναι πιο πιθανό να εκπροσωπούνται από κάποια συνδικαλιστική οργάνωση έναντι των λευκών (το 14,5 τοις εκατό των έγχρωμων εργαζομένων ηλικίας 18 έως 64 ετών καλύπτονται από συλλογική σύμβαση εργασίας, σε σύγκριση με το 12,5 τοις εκατό των λευκών εργαζομένων και το 10,1 τοις εκατό των ισπανόφωνων εργαζομένων).

Με την τάση συγκεντροποίησης των μέσων παραγωγής μεταξύ λίγων εταιρειών παγκόσμια -μια ανισότητα που αποτυπώνει τη συγκεντρωμένη δύναμη του Κεφαλαίου σήμερα [2]- να συνεχίζεται από τη μια πλευρά και τη συλλογική δύναμη των συνδικαλιστικών ενώσεων, από την άλλη πλευρά, να πνέει τα λοίσθια έπειτα από μια περίοδο βαθιάς και μακροχρόνιας κρίσης (εξαιτίας, ενδεικτικά εδώ, όχι μόνο αντι-συνδικαλιστικών νομοθετικών ρυθμίσεων που υιοθετήθηκαν από διάφορες Πολιτείες [3] ή ευρύτερων δομικών αλλαγών όπως η αποβιομηχάνιση, αλλά και εξαιτίας της ίδιας της τάσης γραφειοκρατικοποίησης του συνδικαλιστικού κινήματος και της αναπαραγωγής φυλετικών και έμφυλων διακρίσεων στους κόλπους του), η διόγκωση των οικονομικών ανισοτήτων σωρεύει ένα εκρηκτικό μείγμα στις προθήκες της αμερικανικής, αλλά και δυτικής κοινωνίας ευρύτερα αφού ο θεσμός του συνδικαλισμού αποτέλεσε στήριγμα της τριακονταετούς οικονομικής ανάπτυξης (1950-1970) και βασικό πυλώνα, ειδικά στην Ευρώπη, του μεταπολεμικού κοινωνικού συμβολαίου.  

 

Σημειώσεις:

[1] Ο δείκτης που χρησιμοποιείται, συνήθως, για τη μέτρηση της ανισότητας σε μια οικονομία είναι ο δείκτης Gini. Ο μηδενικός συντελεστής Gini εκφράζει την τέλεια ισότητα (όταν για παράδειγμα, σε μια οικονομία όλοι/ες διαθέτουν το ίδιο εισόδημα). Όταν ο συντελεστής Gini αγγίξει τη μονάδα (ή το 100%) τότε δηλώνεται η μέγιστη ανισότητα μεταξύ των τιμών (όταν για παράδειγμα ένα και μόνο άτομο σε μια οικονομία διαθέτει όλο το διαθέσιμο εισόδημα). (Βλ. σχετικά τις αναφορές εδώ).

[2] St.Vitali, J. B. Glattfelder, St. Battiston, The Network of Global Corporate Control Βλ. επίσης εδώ.

[3] G. Lafer, The Legislative Attack on American Wages and Labor Standards, 2011-2012, Economic Policy Institute, October 31, 2013. Βλ. εδώ και εδώ.