Δευτέρα 27 Ιουλίου 2020

O προσδιορισμός του ηθικού γεγονότος


Emile Durkheim, 1858 - 1917

“[Η] κοινωνία είναι, ταυτόχρονα, υπερβατική και εμμενής και την νοιώθουμε έτσι. Μας ξεπερνά και ταυτόχρονα είναι μέσα μας διότι μπορεί να ζει μόνο μέσα μας και δια μέσου ημών. Ή, μάλλον, η κοινωνία είναι ο εαυτός μας και, υπό μια έννοια, το καλύτερο κομμάτι του εαυτού, αφού ο άνθρωπος είναι άνθρωπος μόνο στο μέτρο που είναι πολιτισμένος. Αυτό που μας κάνει στ’ αλήθεια ανθρώπινα όντα είναι ότι φτάνουμε να αφομοιώσουμε αυτό το σύνολο των ιδεών, συναισθημάτων, πεποιθήσεων, προσταγών συμπεριφοράς, το οποίο ονομάζουμε πολιτισμό. Πάει καιρός που το έδειξε ο Ρουσσώ: αν αφαιρέσουμε από τον άνθρωπο ό,τι προέρχεται από την κοινωνία, δεν απομένει παρά ένα ον περιορισμένο στην αίσθηση και λίγο-πολύ μη διακριτό από το ζώο. Χωρίς τη γλώσσα, αυτό το πρωταρχικό κοινωνικό πράγμα, οι γενικές και αφηρημένες ιδέες είναι πρακτικά αδύνατες και, κατά συνέπεια, το ίδιο και όλες οι ανώτερες, νοητικές λειτουργίες. Εγκαταλελειμμένο στον εαυτό του, το άτομο θα κατέπιπτε στην εξάρτηση των φυσικών δυνάμεων, αν μπόρεσε να ξεφύγει από αυτές, να ελευθερωθεί, να κάνει μια προσωπικότητα, είναι επειδή κατάφερε να μπει υπό τη σκέπη μιας sui generis δύναμης, μιας έντονης δύναμης, αφού απορρέει από τη συνένωση όλων των ατομικών, νοητικών και ηθικών, δυνάμεων και, επομένως, κατάφερε να εξουδετερώσει τις άνοες και α-ηθικές* δυνάμεις της φύσης: πρόκειται για τη συλλογική δύναμη. Θεμιτό στον θεωρητικό να αποδείξει ότι ο άνθρωπος έχει δικαίωμα στην ελευθερία, ωστόσο, όποια κι αν είναι η αξία αυτών των αποδείξεων, είναι αλήθεια ότι η ελευθερία έγινε πραγματικότητα μέσα στην και από την κοινωνία”.

(Emile Durkheim, Κοινωνονιολογία και Φιλοσοφία, Επέκεινα, Τρίκαλα, 2015)

Σάββατο 18 Ιουλίου 2020

O Βέμπερ για το Κράτος

 
Τι είναι ένα «κράτος»; Κοινωνιολογικά, το κράτος δεν µπορεί να οριστεί από το περιεχόµενο της δραστηριότητάς του. ∆εν υπάρχει σχεδόν καµία δραστηριότητα που να µην έχει αναληφθεί ενίοτε από έναν πολιτικό σύνδεσµο, όπως, αφ’ετέρου, δεν υπάρχει καµία δραστηριότητα για την οποία θα µπορούσε να υποστηριχθεί ότι ήταν πάντα αποκλειστικό ιδιάζον χαρακτηριστικό εκείνων των συνδέσµων που χαρακτηρίζονται πολιτικοί, σήµερα δε: κράτη, ή εκείνων που ιστορικά αποτέλεσαν τους προγόνους του σύγχρονου κράτους. Το σύγχρονο κράτος µπορεί να οριστεί κοινωνιολογικά µόνον σε σχέση µε τα συγκεκριµένα µέσα που προσιδιάζουν σε αυτό, όπως και σε κάθε πολιτικό σύνδεσµο: δηλαδή τη χρήση της φυσικής βίας. «Κάθε κράτος θεµελιώνεται στη βία» είπε ο Τρότσκυ στο Μπρεστ-Λιτόφσκ [1918]. Αυτό είναι πράγµατι σωστό. Εάν υπήρχαν µόνον κοινωνικά µορφώµατα που δεν γνώριζαν τη χρήση της βίας ως µέσου, τότε δεν θα υπήρχε η έννοια του «κράτους», και τότε θα εκδηλωνόταν αυτό που θα µπορούσε να οριστεί µε την ιδιαίτερη έννοια της λεξης ως «αναρχία». Φυσικά, η βία δεν είναι το κανονικό ή το µοναδικό µέσον του κράτους – δεν γίνεται λόγος για κάτι τέτοιο – αλλά σαφώς: είναι αυτό που του προσιδιάζει. Ιδιαίτερα σήµερα, η σχέση µεταξύ κράτους και βίας είναι ιδιαίτερα στενή. Στο παρελθόν οι πλέον διαφορετικοί σύνδεσµοι – αρχής γενοµένης από την πατριά – γνώριζαν τη χρήση της φυσικής βίας ως εντελώς κανονικό µέσον. Σήµερα, εντούτοις, θα πρέπει να πούµε ότι: το κράτος είναι µια ανθρώπινη κοινότητα που απαιτεί (επιτυχώς) το µονοπώλιο της νόµιµης φυσικής βίας εντός µιας συγκεκριµένης περιοχής – αυτή η «περιοχή» ανήκει στα ουσιώδη χαρακτηριστικά.
* Η υπογράμμιση δική μου - Δ.Λ.)

Σάββατο 11 Ιουλίου 2020

Ο Φρόϋντ για την "αιώνια επιστροφή του ίδιου"...


Sigmund Freud, 1856-1939

Αυτό που αποδεικνύει η ψυχανάλυση μελετώντας τα φαινόμενα μεταβίβασης των νευρωτικών, μπορούμε να το βρούμε και στη ζωή των μη νευρωτικών προσώπων. Σε αυτούς η επανάληψη δίνει την εντύπωση μιας μοίρας που τους καταδιώκει, ενός δαιμονικού χαρακτηριστικού των βιωμάτων τους. Η ψυχανάλυση θεώρησε από την αρχή ότι αυτή η μοίρα παράγεται ως επί το πλείστον από τα ίδια τα πρόσωπα και ότι καθορίζεται από επιρροές της πρώιμης παιδικής τους ηλικίας. Ο καταναγκασμός που εκφράζεται εδώ δε διαφέρει από τον καταναγκασμό για επανάληψη των νευρωτικών, παρόλο που αυτά τα πρόσωπα δε δείχνουν ποτέ σημάδια νευρωτικής σύγκρουσης μέσω σχηματισμού συμπτωμάτων. Έτσι γνωρίζουμε ανθρώπους που κάθε ανθρώπινη σχέση έχει την ίδια έκβαση: ευεργέτες οι οποίοι ύστερα από λίγο καιρό εγκαταλείπονται με κακία από όλους τους προστατευόμενούς τους, όσο διαφορετικοί και αν είναι κατα τ' άλλα, στους οποίους φαίνεται όμως να είναι γραφτό να δοκιμάσουν όλη την πικρία της αχαριστίας, άνδρες στους οποίους κάθε φιλία καταλήγει στην προδοσία τους από το φίλο, άλλους οι οποίοι ξοδεύουν μια ζωή προκειμένου να εδραιώσουν την εξουσία ενός προσώπου πάνω στους ίδιους ή και στον κόσμο ολόκληρο, για να καταρρίψουν αυτή την εξουσία ύστερα από ορισμένο χρόνο οι ίδιοι και να την υποκαταστήσουν με μια καινούργια, ερωτευμένους στους οποίους κάθε τρυφερή σχέση με τις γυναίκες περνά τις ίδιες φάσεις και έχει το ίδιο τέλος κλπ. Δεν απορούμε και πολύ για αυτήν την "αιώνια επιστροφή του ίδιου", όταν πρόκειται για ενεργή συμπεριφορά του ενδιαφερόμενου και όταν ανακαλύπτουμε την ίδια χαρακτηριστική ιδιότητα της ύπαρξής του, η οποία πρέπει να εκφραστεί στην επανάληψη των ίδιων βιωμάτων...
(Sigmund Freud, Πέραν της αρχής της ηδονής, Νίκας, Αθήνα, 2011) 

Τετάρτη 8 Ιουλίου 2020

Karl Marx: το μυστικό της πρωταρχικής συσσώρευσης

Όπως τα μέσα παραγωγής και τα μέσα συντήρησης, έτσι και το χρήμα και το εμπόρευμα δεν είναι καθόλου από μιας εξαρχής κεφάλαιο. Χρειάζεται να μετατραπούν σε κεφάλαιο. Η μετατροπή όμως αυτή μπορεί να συντελεστεί μονάχα κάτω από ορισμένους όρους, που συνοψίζονται στα παρακάτω: πρέπει να αντικρυστούν και να έρθουν σε επαφή δυο λογιών, πολύ διαφορετικοί ο ένας από τον άλλο, κάτοχοι εμπορευμάτων: από τη μια μεριά κάτοχοι χρήματος, μέσων παραγωγής και μέσων συντήρησης, που σκοπός τους είναι να αξιοποιήσουν το ποσό αξίας που κατέχουν, αγοράζοντας ξένη εργατική δύναμη· από την άλλη, ελεύθεροι εργάτες, πωλητές της δικής τους εργατικής δύναμης κι επομένως πωλητές εργασίας. Ελεύθεροι εργάτες με τη διπλή έννοια, με την έννοια πως ούτε αυτοί οι ίδιοι ανήκουν άμεσα στα μέσα παραγωγής, όπως οι δούλοι, οι δουλοπάροικοι κλπ., και με την έννοια πως ούτε σε αυτούς ανήκουν τα μέσα παραγωγής, όπως γίνεται λόγου χάρη στους αγρότες που διαχειρίζονται μόνοι το νοικοκυριό τους κλπ., απεναντίας είναι ελεύθεροι, απαλλαγμένοι απ’ αυτά, τα στερούνται. Με την πόλωση αυτή της αγοράς εμπορευμάτων δημιουργούνται οι βασικοί όροι της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής. Η σχέση του κεφαλαίου προϋποθέτει το χωρισμό των εργατών από την ιδιοκτησία των όρων πραγματοποίησης της εργασίας. Από τη στιγμή που η κεφαλαιοκρατική παραγωγή στέκει πια στα δικά της τα πόδια, δε διατηρεί μόνο αυτό το χωρισμό, μα και τον αναπαράγει σε ολοένα αυξανόμενη κλίμακα.

(Καρλ Μαρξ, Το Κεφάλαιο, Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, 1996 *Η μτφρ. έχει τροποποιηθεί σε ορισμένα σημεία – Δ. Λ.)

Σάββατο 4 Ιουλίου 2020

Η θεωρία της εξάρτησης




[Η] ανάπτυξη των κοινωνιών ταυτίζεται με την ενσωμάτωσή τους στη διεθνή αγορά και τον παγκόσμιο καπιταλισμό. Οι θεμελιωτές της άποψης αυτής, που έγινε γνωστή ως θεωρία της εξάρτησης, υποστηρίζουν ότι η ανάπτυξη του καπιταλιστικού δυτικού κόσμου και η υπανάπτυξη του Τρίτου Κόσμου πρέπει να εξετάζονται από κοινού. Με άλλα λόγια, οι χώρες του Τρίτου Κόσμου δεν μπόρεσαν να αναπτυχθούν αυτόνομα, επειδή προσδέθηκαν στο άρμα του καπιταλισμού με σχέση εξάρτησης. Έτσι, οι δυτικές χώρες εξελίχθηκαν σε καπιταλιστικές δυνάμεις όχι μόνο μέσα από την ιδιοποίηση της υπεραξίας των δικών τους εργατών, αλλά και μέσα από την ιδιοποίηση και εκμετάλλευση των πλουτοπαραγωγικών πηγών και των φθηνών εργατικών χεριών των χωρών του Τρίτου Kόσμου. Με αυτό τον τρόπο έχει δημιουργηθεί ένα σύστημα στο οποίο οι αναπτυγμένες χώρες (Η.Π.Α., Ιαπωνία) λειτουργούν ως μια παγκόσμια καπιταλιστική τάξη (η οποία αναφέρεται ως «μητρόπολη», «κέντρο» ή «πυρήνας»), ενώ οι λιγότερο αναπτυγμένες χώρες (οι οποίες αναφέρονται ως «περιφέρεια») παίζουν το ρόλο της εργατικής τάξης που υφίσταται την εκμετάλλευση σε διεθνές επίπεδο.  (Σελ. 38 σχολικού βιβλίου)