Παρασκευή 25 Νοεμβρίου 2022

Η ιστορική εξέλιξη του αστικού και του αγροτικού πληθυσμού της χώρας με βάση τα στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας

Παρασκευή 4 Νοεμβρίου 2022

Μεταξύ ελπίδας και ματαίωσης: σχολικά όνειρα, σπουδές και μελλοντική εργασία φοιτητών/ιων ελληνικών ΑΕΙ


Είναι κοινός επιστημονικός τόπος ότι η εισαγωγή στην ανώτατη βαθμίδα της εκπαίδευσης αποτελεί εφαλτήριο κοινωνικής ανόδου ή και αναπαραγωγή ταξικών και επαγγελματικών προνομίων. Ακόμη περισσότερο για τα ελληνικά δεδομένα –όπου η μορφωσιολατρεία έχει αποτελέσει κοινό γνώρισμα των πολιτών και μεταφράζεται σε αναμενόμενη κοινωνική καταξίωση, αλλά και σε ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον– η εισαγωγή στα ΑΕΙ έχει αποτελέσει στόχο ζωής για τους νέους και τις οικογένειές τους. Από την καθημερινή μας εμπειρία προκύπτει ότι οι οικογένειες των μαθητών μετέρχονται όλων των δυνατών μεθοδεύσεων, που στηρίζονται κατά κύριο λόγο στον οικονομικό προγραμματισμό του νοικοκυριού, ώστε να εξασφαλιστούν «τα προνόμια» υποστήριξης των γόνων τους ως προς την απόκτηση των κύριων αλλά και των συμπληρωματικών εφοδίων που θα απαιτηθούν αφενός για την αύξηση των πιθανοτήτων εισαγωγής τους στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και αφετέρου για τη μετέπειτα επαγγελματική τους πορεία. Με λίγα λόγια, η εκπαιδευτική δραστηριότητα των νέων αποτελεί προσδιοριστικό παράγοντα του κοινωνικού τους μέλλοντος. Δεδομένης αυτής της αγχώδους φροντίδας των οικογενειών για το μέλλον των γόνων τους, θα πρέπει να επισημάνουμε ένα σύνολο στρατηγικών επιλογών, οι οποίες αποβλέπουν στην απόκτηση εφοδίων που θα συμπληρώσουν όσα παρέχει το θεσμοποιημένο σχολικό δίκτυο και θα ενισχύσουν τις δυνατότητες επιτυχίας τους στις Πανελλαδικές εξετάσεις. 

(Αργύρης Κυρίδης, Τα σχολικά όνειρα, οι σπουδές και η μελλοντική εργασία φοιτητών και φοιτητριών ελληνικών ΑΕΙ, Αθήνα, 2022)

Παρασκευή 14 Οκτωβρίου 2022

Δημόσιο χρέος και πληθωρισμός μεταξύ δυο παγκόσμιων πολέμων

Το 1914, στις παραμονές του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, το δημόσιο χρέος αντιστοιχούσε περίπου στο 60%-70% του εθνικού εισοδήματος στο Ηνωμένο Βασίλειο, στη Γαλλία και στη Γερμανία και σε λιγότερο από 30% του εθνικού εισοδήματος στις Ηνωμένες Πολιτείες. Μετά τον Β' Παγκόσμιο πόλεμο, το 1945-1950 το δημόσιο χρέος έφτασε το 150% του εθνικού εισοδήματος στις Ηνωμένες Πολιτείες, 180% στη Γερμανία, 270% στη Γαλλία και 310% στο Ηνωμένο Βασίλειο. Μάλιστα, θα ήταν ακόμα υψηλότερο αν ένα μέρος των δανείων που είχαν συμφωνηθεί κατά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο δεν είχε ήδη πνιγεί στον πληθωρισμό της δεκαετίας του 1920, ιδιαίτερα στη Γερμανία και, σε μικρότερο βαθμό, στη Γαλλία. Για να χρηματοδοτηθεί μια τέτοια αύξηση του δημόσιου χρέους από το 1914 μέχρι το 1945-1950, οι αποταμιευτές στις διάφορες χώρες έπρεπε να διοχετεύσουν μεγάλο μέρος των αποταμιεύσεών τους όχι για να τροφοδοτήσουν τις συνήθεις επενδύσεις τους (σε ακίνητα, στη βιομηχανία ή στο εξωτερικό), αλλά για να αγοράσουν σχεδόν αποκλειστικά έντοκα γραμμάτια δημοσίου και τίτλους δημόσιου χρέους. Οι Βρετανοί, Γάλλοι και Γερμανοί ιδιοκτήτες βρέθηκαν επίσης να πουλάνε σταδιακά ένα μεγάλο μέρος των περιουσιακών στοιχείων τους στο εξωτερικό, προκειμένου να δανείσουν τα απαραίτητα ποσά στην κυβέρνησή τους, ίσως μερικές φορές από πατριωτισμό και πιθανότατα επειδή ήλπιζαν ότι επρόκειτο για μια δυνάμει κερδοφόρα υπόθεση. Οι χώρες τους τους υπόσχονταν μεγάλους πρόσθετους τόκους, πράγμα που συνέβη χωρίς να υπάρξει αντίδραση καθ' όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα. Κάποιες φορές επρόκειτο για οιονεί υποχρεωτικό δανεισμό, ιδίως κατά τη διάρκεια των πολέμων, όπου οι κυβερνήσεις απαιτούσαν από τις τράπεζες να κατέχουν μεγάλο αριθμό δημόσιων τίτλων, ενώ ταυτοχρόνως έπαιρναν μέτρα αύξησης των επιτοκίων. Αυτά τα ποσά των αποταμιεύσεων και τα περιουσιακά στοιχεία που τοποθετήθηκαν στο δημόσιο χρέος έλιωσαν σύντομα σαν το χιόνι στον ήλιο. Τη δε «υπόσχεση» προς τους ιδιοκτήτες αντικατέστησαν άλλες προτεραιότητες. Στην πράξη, ένας από τους βασικούς μηχανισμούς ήταν η εκτύπωση χρήματος και η άνοδος των τιμών. [...]

(Thomas Piketty, Κεφάλαιο και ιδεολογία, Πατάκης, Αθήνα, 2021)