Η Ελλάδα το 2009, εισέρχεται σε μια παρατεταμένη περίοδο ύφεσης όπου, μόνο μέχρι το 2013, χάνει το 25% του ΑΕΠ της. Η ανεργία από ένα ποσοστό της τάξης του 7,4% το Μάιο του 2008 (κοντά στο μέσο όρο, τότε, της ευρωζώνης), εκτοξεύεται, μέσα σε λίγα χρόνια, στο δυσθεώρητο 28,2% τον Ιούλιο του 2013, με βάση τα εποχικά προσαρμοσμένα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ [1]. Το παρακάτω γράφημα δείχνει την αύξηση του ποσοστού ανεργίας την περίοδο της βαθιάς ύφεσης (2009-2013), με τον άξονα χ να αντιπροσωπεύει τον αριθμό των μηνών ένα χρόνο περίπου πριν το βάθεμα της ύφεσης και τον άξονα των ψ να δείχνει την ποσοστιαία αύξηση της ανεργίας από το χαμηλό σημείο ενός έτους, το οποίο χρησιμοποιήθηκε ως βάση αναφοράς [2]. Η μεγάλη κλίση που παρουσιάζει η καμπύλη υποδεικνύει πως η ανεργία αυξήθηκε τόσο απότομα, όσο και σταθερά στη διάρκεια της ύφεσης αγγίζοντας 20 ποσοστιαίες μονάδες αύξηση εντός 62 μηνών, συγκριτικά με την περίοδο πριν το χαμηλό σημείο ενός έτους από την όξυνση της κρίσης.
Σημείωση:
[1] Η εποχική προσαρμογή είναι μια τεχνική που χρησιμοποιείται στην ανάλυση χρονολογικών σειρών για την αφαίρεση της επίδρασης του φαινομένου της εποχικότητας, καθιστώντας ευκολότερο τον εντοπισμό υποκείμενων τάσεων της χρονοσειράς (βλ. εδώ). Σε δεδομένα που παρουσιάζουν εποχιακά μοτίβα σε σταθερή βάση όπως π.χ. η ανεργία στην Ελλάδα (μείωση κατά τους θερινούς μήνες, αύξηση κατά τους χειμερινούς), η εξάλειψη της εποχικής συνιστώσας παρέχει μια πληρέστερη εικόνα των τάσεων στην αγορά εργασίας.
[2] Ως βάση ή σημείο αναφοράς για τη μέτρηση της ποσοστιαίας μεταβολής της ανεργίας, καθώς εξελίσσεται η πρώτη αυτή περίοδος της ύφεσης, έχει ληφθεί το χαμηλό ποσοστό 12 μηνών, 7,4%, που καταγράφηκε το Μάιο του 2008 [οι υπολογισμοί δικοί μου – Δ.Λ.]. Λόγω του ότι το ποσοστό ανεργίας μπορεί να παρουσιάζει διακυμάνσεις, ακόμα και στη διάρκεια μιας ύφεσης, η χρήση ενός χαμηλού, προ-ύφεσης, ποσοστού μπορεί να αποτυπώσει όχι μόνο την επιδείνωση της κατάστασης στην αγορά εργασίας, όσο κυρίως την ταχύτητα εξάπλωσης του φαινόμενου σε διάφορες κατηγορίες εργαζομένων.
[2] Ως βάση ή σημείο αναφοράς για τη μέτρηση της ποσοστιαίας μεταβολής της ανεργίας, καθώς εξελίσσεται η πρώτη αυτή περίοδος της ύφεσης, έχει ληφθεί το χαμηλό ποσοστό 12 μηνών, 7,4%, που καταγράφηκε το Μάιο του 2008 [οι υπολογισμοί δικοί μου – Δ.Λ.]. Λόγω του ότι το ποσοστό ανεργίας μπορεί να παρουσιάζει διακυμάνσεις, ακόμα και στη διάρκεια μιας ύφεσης, η χρήση ενός χαμηλού, προ-ύφεσης, ποσοστού μπορεί να αποτυπώσει όχι μόνο την επιδείνωση της κατάστασης στην αγορά εργασίας, όσο κυρίως την ταχύτητα εξάπλωσης του φαινόμενου σε διάφορες κατηγορίες εργαζομένων.