Τετάρτη 14 Οκτωβρίου 2020

Μικρο-Μακρο κοινωνιολογία


 Όταν μελετάμε το σύνολο των οικονομικών, των κοινωνικών και των πολιτικών σχέσεων μιας κοινωνίας, αναφερόμαστε στη μακροκοινωνιολογία. Αντίθετα, όταν εστιάζουμε το ενδιαφέρον μας στις σχέσεις των ατόμων στο πλαίσιο μιας κοινωνικής ομάδας όπως η οικογένεια, αναφερόμαστε στη μικροκοινωνιολογία. Η κοινωνική οργάνωση διαφοροποιείται στο χρόνο (ιστορικά), αλλά και στο χώρο (μεταξύ κοινωνιών) ανάλογα με τις ιδιαίτερες σχέσεις των κοινωνιών με το φυσικό περιβάλλον, την ανάπτυξη της τεχνολογίας, τον πολιτισμό και τις κοινωνικές αξίες.

(Κοινωνιολογία Γ Λυκείου, σελ. 31 σχολικού βιβλίου)

Πέμπτη 8 Οκτωβρίου 2020

Ο Νίκος Πουλατζάς για την ταξική πάλη

 

Στην πραγματικότητα η πρωτοτυπία του Marx και του Engels δεν συνίσταται στην ανακάλυψη της ύπαρξης των τάξεων. Όπως ομολογεί σαφώς ο ίδιος ο Marx, άλλοι συγγραφείς πριν από αυτόν μίλησαν για κοινωνικές τάξεις. Η πρωτοτυπία του Marx ήταν ότι ανακάλυψε το πεδίο της ταξικής πάλης.

Αυτό σημαίνει ότι οι τάξεις δεν υπάρχουν και ότι δεν μπορούν να συλληφθούν στην αμοιβαία τους απομόνωση. Οι κοινωνικές τάξεις τίθενται, υπάρχουν μόνο μέσα στην αντίθεσή τους, πράγμα που καθορίζει το πεδίο της ταξικής πάλης, καθώς αυτή συγκροτείται από ανταγωνιστικά συμφέροντα και πρακτικές. Πρόκειται για ταξικές αντιθέσεις με την πιο απλή έννοια του όρου.

Πριν από όλα στο οικονομικό επίπεδο: πρόκειται για ταξικές αντιθέσεις και ανταγωνισμούς που θεμελιώνονται στην οικονομική σχέση εκμετάλλευσης. Αυτό μεταφράζεται στην οικονομική πάλη των τάξεων, σε ανταγωνιστικές οικονομικές πρακτικές, που μέσα στην πάλη της εργατικής τάξης παίρνουν ουσιαστικά την μορφή της συνδικαλιστικής πάλης. 

 

Κατόπιν στο πολιτικό επίπεδο: πρόκειται για ταξικές αντιθέσεις και ανταγωνισμούς σε σχέση με την εξουσία του Κράτους και τον μηχανισμό του Κράτους, που απορρέουν από τις σχέσεις πολιτικής κυριαρχίας στο μέτρο που το Κράτος καθαγιάζει και υπερασπίζεται τα συμφέροντα της ή των αρχουσών τάξεων. Πρόκειται για την πολιτική ταξική πάλη. Η εργατική τάξη, μέσω μιας αυτόνομης πολιτικής οργάνωσης, παλεύει για να κατακτήσει την κρατική εξουσία και με τη σοσιαλιστική επανάσταση να καταστρέψει τον μηχανισμό του αστικού Κράτους.

Εν τέλει, στο ιδεολογικό επίπεδο: έχουμε μια ιδεολογική πάλη που απορρέει από τη σχέση ιδεολογικής ηγεμονίας και ιδεολογικού εμποτισμού, στην οποία η άρχουσα τάξη κρατεί τις λαϊκές μάζες μέσω της ιδεολογίας και κυριαρχεί σε μιαν κοινωνία, ιδεολογίας που κατά γενικό κανόνα είναι εκείνη της άρχουσας τάξης.


(Νίκος Πουλατζάς, “K. Marx και F. Engels” στο Φρανσουά Σατελέ (επιμ.), Η Φιλοσοφία, (τομ. Γ.), Γνώση, Αθήνα, 1990)


Τρίτη 29 Σεπτεμβρίου 2020

Marshall Sahlins: κριτική της αγοραίας κοινωνιοβιολογίας


Η Κοινωνιοβιολογία αρχίζει με μια συζήτηση για τον κρίσιμο ρόλο του υποθαλάμου και των άλλων κέντρων του ανθρώπινου εγκεφάλου, όπως εξελίχθηκαν μέσω της φυσικής επιλογής, στη συγκρότηση οποιοσδήποτε ηθικής φιλοσοφίας. Αυτά τα κέντρα υποτίθεται ότι «πλημμυρίζουν τη συνείδησή μας με συναισθήματα» και «ενορχηστρώνουν τις αντιδράσεις μας» έτσι ώστε να πολλαπλασιάζονται στο μέγιστο δυνατό βαθμό τα σχετικά γονίδια. Όμως, γενικότερα, η θέση της αγοραίας κοινωνιοβιολογίας ενυπάρχει στην άποψη του επιστήμονα κοινωνιοβιολόγρυ για την κοινωνική οργάνωση. Γι’ αυτόν οποιαδήποτε ιδέα συναφής με την άποψη του Ντυρκέμ για την ανεξάρτητη ύπαρξη και διατήρηση του κοινωνικού γεγονότος, ισοδυναμεί με οπισθοδρόμηση στο μυστικισμό. Η κοινωνική οργάνωση είναι το αποτέλεσμα της αλληλεπίδρασης οργανισμών με βιολογικά προκαθορισμένες κλίσεις, και τίποτα παραπάνω. Δεν υπάρχει τίποτα στην κοινωνία που να μην υπήρχε πρώτα στους οργανισμούς. [...] 

Σκεφτείτε τη σχέση μεταξύ πολέμου και ανθρώπινης επιθετικότητας -αυτό που ο Wilson ονομάζει κάπου «την αληθινή, βιολογική χαρά του πολέμου». Είναι προφανές ότι οι άνθρωποι που πολεμούν -ή συγκρούονται με οποιονδήποτε τρόπο- δεν είναι σώνει και καλά επιθετικοί είτε κατά τη διάρκεια της δράσης είτε προηγουμένως. Πολλοί από αυτούς είναι απλώς τρομοκρατημένοι. Οι άνθρωποι μπορεί να έχουν οποιαδήποτε κίνητρα για να πολεμήσουν και, συνήθως, τα κίνητρα αυτά δεν συμφωνούν με έναν απλοϊκό συμπεριφοριστικό χαρακτηρισμό του συμβάντος ως «βίας». Οι άνθρωποι μπορούν να κινητοποιηθούν σε πόλεμο από αγάπη (π.χ. για την πατρίδα), ή ανθρωπιά (δεδομένης της σκληρότητας που προσάπτεται στον εχθρό), για λόγους τιμής ή από κάποιο είδος αξιοπρέπειας, από αισθήματα ενοχής ή για να σώσουν τη δημοκρατία στον κόσμο. Είναι a priori δύσκολο να φανταστεί κανείς -και a fortiori ακόμα δυσκολότερο ένας ανθρωπολόγος- κάποια ανθρώπινη προδιάθεση που να μην μπορεί να βρει ικανοποίηση στον πόλεμο ή, πιο σωστά, που να μην μπορεί να επιστρατευτεί κοινωνικά για τη διεξαγωγή του. Η συμπόνια, το μίσος, η γενναιοψυχία, η ντροπή, το γόητρο, η άμιλλα, ο φόβος, η περιφρόνηση, ο φθόνος, η απληστία - από εθνογραφική σκοπιά, οι λόγοι που οδηγούν τους ανθρώπους να πολεμήσουν καλύπτουν σχεδόν ολόκληρη την γκάμα των ανθρώπινων κινήτρων. Κι αυτό για έναν ακόμα λόγο που αποτελεί κοινό τόπο της ανθρωπολογικής και της καθημερινής εμπειρίας: οι λόγοι για τους οποίους οι άνθρωποι πολεμούν δεν είναι οι λόγοι για τους οποίους γίνονται οι πόλεμοι. Όλοι οι λόγοι για τους οποίους εκατομμύρια Αμερικανοί πολέμησαν στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο δεν θα έφταναν για να εξηγήσουν το ξέσπασμα ή τη φύση αυτού του πολέμου. Ούτε άλλωστε από το απλό γεγονός ότι πολεμούσαν θα μπορούσε να καταλάβει κανείς τους λόγους τους. Γιατί ο πόλεμος δεν είναι μια σχέση μεταξύ ατόμων αλλά μεταξύ κρατών (ή άλλων κοινωνικά / συγκροτημένων πολιτικών ομάδων) και οι άνθρωποι συμμετέχουν στον πόλεμο όχι ως άτομα ή ανθρώπινα όντα, αλλά ως κοινωνικά όντα -και μάλιστα όχι ακριβώς έτσι, αλλά μόνο με βάση μια κοινωνική ιδιότητα ενταγμένη σε συγκεκριμένο πλαίσιο*.

(Marshall Sahlins, Χρήσεις και καταχρήσεις της βιολογίας, Αλεξάνδρεια, Αθήνα, 1997, σσ. 47-50, * Η υπογράμμιση δική μου - Δ. Λ.)

Σάββατο 26 Σεπτεμβρίου 2020

Κοινωνική οικολογία: Η σχολή του Σικάγο



Το μοντέλο των ομόκεντρων ζωνών (concentric zone model) προσπαθεί να εξηγήσει τη δυναμική της αστικής αλλαγής μέσα από τις χωρικές προτιμήσεις και τις ανταγωνιστικές δυνατότητες των διαφόρων ομάδων. Οι Ζώνες Ι έως V αντιπροσωπεύουν, κατά τον Burgess, «τόσο τις διαδοχικές περιοχές που συνθέτουν το σύνολο της πόλης, όσο και τους τύπους των περιοχών που διαφοροποιούνται στη διαδικασία της αστικής εξάπλωσης» (Burgess, 1924, σελ. 88). Η χωρική επέκταση της πόλης συνδέθηκε με τα φαινόμενα της εισβολής και της διαδοχής: της αλλαγής, δηλαδή, των πληθυσμιακών ομάδων που κατοικούν σε συγκεκριμένες οικιστικές ζώνες. Ο Burgess παρέθεσε αρκετά παραδείγματα από το Σικάγο των αρχών του 19ου αιώνα όπου ομάδες μεταναστών μετακινήθηκαν από τον αρχικό τόπο εγκατάστασής τους (συνήθως στη Ζώνη ΙΙ), σε ζώνες χαμηλότερων πυκνοτήτων και υψηλότερης ποιότητας περιβάλλοντος. Ο ίδιος αναφέρει χαρακτηριστικά το παράδειγμα των Γερμανών μεταναστών, η βελτίωση της οικονομικής κατάστασης των οποίων συνοδεύτηκε με τη μετεγκατάσταση τους σε περιοχές ποιοτικότερης κατοικίας. Η εισβολή και η κυριαρχία των Γερμανών μεταναστών στη Ζώνη ΙΙΙ συνδυάστηκε με τη μετεγκατάσταση από την περιοχή των προηγούμενων κατοίκων της, των Αμερικανών μεταναστών δεύτερης γενιάς, που μετακινήθηκαν προς την επόμενη οικιστική ενότητα (Ζώνη IV).