Παρασκευή 9 Ιουνίου 2023

Αιωνίως άνεργη ή η εμπειρία αναζήτησης εργασίας

Όταν λες ότι θα πας σε σύμβουλο κατάρτισης και εργασίας, όλες σε κοιτάνε περίεργα. Γιατί τόσες δουλειές έχει εκεί έξω, πόσο παράξενη είσαι πια να μην μπόρεσες να συμβιβαστείς με καμία; Μα αν μπορούσα να βρω κάποια δουλειά, δεν θα χρειαζόμουν την σύμβουλο. Αυτό είναι το θέμα. Έψαξα στο διαδίκτυο για ψυχολογική στήριξη. Συμβουλές για άνεργες. ΣΕΠ για ενήλικες. Προγράμματα επαγγελματικής κατάρτισης που δεν είναι VOUCHER. Έστειλα κάποια βιογραφικά σε διάφορες σποραδικές δουλειές και περιμένω μέχρι και σήμερα τηλέφωνο. Έδωσα εξετάσεις πτυχίου αγγλικών για ακαδημαϊκούς σκοπούς με διακόσια ευρώ, κάνοντας οικονομία τρεις μήνες για να πληρώνω τα μαθήματα. Μετέφρασα με εκατόν είκοσι ευρώ τα πτυχία μου. Έχω μείνει σε έναν καναπέ, κυριολεκτικά. Και αφού έμεινα, καθώς πήγαινα να γράψω το Motivation Letter του τάδε/δείνα διδακτορικού με έπιασε ταράκουλο. Δεν είχα καμία σχετική σκέψη, κανένα πραγματικό κίνητρο. […] Πολλές ακόμα σκέψεις κατέκλυσαν το φτωχό μυαλό μου. Δεν ξέρω τι νόημα έχει να τα σκέφτομαι όλα αυτά και, ταυτόχρονα, να μην κάνω απολύτως τίποτα. […]

(Αντιγόνη Η., Αιωνίως Άνεργη, Κινούμενοι Τόποι, Αθήνα, 2019)

Παρασκευή 2 Ιουνίου 2023

I. REITs: από την άνοδο στην πτώση (1960-2009)

Τα Real Estate Investment Trusts (REITs) είναι ιδιωτικές εταιρείες εισηγμένες σε διεθνή χρηματιστήρια με σκοπό την εκμετάλλευση ακινήτων που μπορούν να παράγουν υπεραξίες. Τα REITs κατέχουν ή μισθώνουν ακίνητη περιουσία και κατόπιν καταβάλλουν τα έσοδα από τα μερίσματα στους επενδυτές. Επίσης, οι εταιρείες αυτές αγοράζουν ή υπενοικιάζουν ακίνητα και επενδύουν σε χρεόγραφα και δάνεια. Το παρακάτω κείμενο, που αποτελεί μέρος σημειώσεων που συζητήθηκαν στο τελευταίο μάθημα, παρακολουθεί, εν τάχει, την ιστορική εξέλιξη του θεσμού των REITs από τη δεκαετία του 1960 έως και την πτώση του, κατά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, μετά την κατάρρευση της αγοράς ακινήτων των ΗΠΑ.
 
***
 
Ιστορικά, η ανάπτυξη των REITs εντοπίζεται στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής τη δεκαετία του 1960, υπό την προεδρία του Αιζενχάουερ. Σκοπός της δημιουργίας τους ήταν να προσφέρουν δυνατότητες επένδυσης κατά τρόπο ανάλογο με αυτό άλλων ρευστών τίτλων. Κατά τα πρώτα χρόνια δημιουργίας τους παρόλα αυτά, η μορφή και ο ρόλος των REITs ήταν διαφορετικός από ό,τι σήμερα αφού πέρα από την κατοχή ακίνητης περιουσίας τα REITs δε διέθεταν διαχειριστικά δικαιώματα. Για πολλά χρόνια, τα REITs δεν προσέλκυαν το ενδιαφέρον των επενδυτών και «ακόμη και το ασυνήθιστο όνομά τους, REIT, υπονοούσε ότι τα τυπικά κριτήρια που ισχύουν για τις περισσότερες επενδύσεις δεν ίσχυαν για αυτές. […] Για μεγάλο χρονικό διάστημα τα REITs θεωρούνταν μετοχές από όσους επένδυαν σε ακίνητη περιουσία και ακίνητα από όσους επένδυαν σε μετοχές.» (Block, 2012, σ. 92 & 95). Τα πρώτα χρόνια λειτουργίας τους, οι περισσότερες εταιρείες του κλάδου αφορούσαν REITs ενυπόθηκων δανείων, που παρείχαν χρηματοδότηση από επενδύσεις σε στεγαστικά δάνεια και ενυπόθηκους τίτλους.

Χρειάστηκε σειρά νομοθετικών ρυθμίσεων κατά τη δεκαετία του 1980, για την κατάργηση των περιορισμών όσον αφορά τη διαχείριση ακινήτων και την παροχή φορολογικών κινήτρων για τους ιδιοκτήτες τους, ώστε να αρχίσει να δίνεται ώθηση στα REITs έναντι άλλων μορφών επένδυσης. Η περαιτέρω ανάπτυξη, ωστόσο, των REITs δεν έγινε αυτόματα. Η κρίση στην αγορά ακινήτων από μη εξυπηρετούμενα στεγαστικά δάνεια στις αρχές της δεκαετίας του 1990 στις ΗΠΑ οδηγούσε τους επενδυτές στην αναζήτηση εναλλακτικών μορφών επένδυσης.

Από τα μέσα όμως της δεκαετίας του ’90 το κλίμα σταδιακά αλλάζει αφού οι συγκριτικά χαμηλότερες τιμές των μετοχών των REITs αρχίζουν να ελκύουν όλο και περισσότερους επενδυτές. Οι τιμές των REITs αρχίζουν να ανεβαίνουν λόγω της ζήτησης από θεσμικούς επενδυτές που εκτιμούν τις σημαντικές αποδόσεις των μερισμάτων και τη μεγαλύτερη ρευστότητα των μετοχών REITs σε σύγκριση με την επένδυση σε ακριβά περιουσιακά στοιχεία. Μέχρι το τέλος του 1998, τα REITs είχαν συγκεντρώσει 21,5 δισεκατομμύρια δολάρια σε νέα ίδια κεφάλαια μέσω 314 προσφορών, εκ των οποίων οι 17 αφορούσαν δημόσια προσφορά (IPOs) (Block, 2012, σ. 124). 
 

Source: www.businessinsider.com 

Από τις αρχές του 2000, οι μετοχές REITs εμφανίζουν μια σημαντική ανοδική τάση που συνεχίζεται προτού ανακοπεί από την κρίση των ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων. Σύμφωνα με το NAREIT, μέχρι τον Μάρτιο του 2005 η συνολική κεφαλαιοποίηση της αγοράς μετοχών μόνο για τις μετοχές REITs ανερχόταν σε 265 δις δολάρια έναντι μόλις 11 δις δολάρια στα τέλη του 1992. Ωστόσο, τη μεγάλη άνοδο αυτής της περιόδου τη διαδέχεται η σοβαρή κρίση στις μετοχές των εταιρειών ακινήτων που οδήγησε σε πτωχεύσεις ακόμα και μεγάλων REITs, όπως η General Growth Properties, η οποία υπέβαλε αίτηση για την ένταξη της σε καθεστώς πτώχευσης την άνοιξη του 2009. Για περίπου 15 χρόνια η εταιρία αυτή γνώριζε σημαντική ανάπτυξη, η οποία χρηματοδοτούνταν κυρίως από τιτλοποιημένα εμπορικά στεγαστικά δάνεια. Στα τέλη του 2006, λίγο πριν το ξέσπασμα της κρίσης, η εταιρική αξία της General Growth Properties άγγιζε τα 35 δισεκατομμύρια δολάρια. Η χρεωκοπία της όμως κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2009 πλήττει συνολικά την αξιοπιστία του κλάδου. (Liu, Payne, & Singh, 2015). 
 
Ταυτόχρονα την περίοδο αυτή, επενδυτικές τράπεζες των ΗΠΑ, όπως η Bear Stearns, οι οποίες είχαν επενδύσει σε παράγωγα χρεογράφων, των οποίων οι αξίες εξαρτώνταν τόσο από τις τιμές των ακινήτων, όσο και από τα επιτόκια των στεγαστικών δανείων άρχισαν να σημειώνουν σοβαρές απώλειες. Το Σεπτέμβριο του 2008, στο αποκορύφωμα της κρίσης, η Merrill Lynch & Co. συμφώνησε να εξαγοραστεί από την Bank of America, ενώ λίγο μετά επιτράπηκε στη Lehman Brothers να προχωρήσει σε καθεστώς πτώχευσης (Lioudis, 2021). Η αγορά ακινήτων βρέθηκε αντιμέτωπη με μια βαθιά ύφεση. Αποτέλεσμα, να σημειωθούν σοβαρές μειώσεις στην καθαρή αξία του ενεργητικού των REITs, ενώ το χρέος που είχε καταγραφεί στους ισολογισμούς των REITs μεγέθυνε την πτώση της αξίας των ακινήτων τους. Ο λόγος του χρέους προς τα κέρδη προ τόκων, φόρων και αποσβέσεων (EBITDA) είχε φτάσει σε ιστορικά υψηλά επίπεδα (Thomas, 2021, σ. 37)
 
Δ.Λ.

Αναφορές
   

Block, R.L. (2012), Investing in REITs-Real estate investment trusts, Wiley, New Jersey


Lioudis, N. (2021), “The Collapse of Lehman Brothers: A Case Study”, https://www.investopedia.com/articles/economics/09/lehman-brothers-collapse.asp
 
Liu, D., Payne, S., Singh P. (2015), The Bankruptcy of General Growth, NYU Stern, New York, 
https://turnaround.org/sites/default/files/5.%20Paper%20-%20GGP%20-%20NYU.pdf 
 
Thomas, B. (2021), The Intelligent REIT Investor Guide, John Wiley & Sons, NJ, USA

Παρασκευή 12 Μαΐου 2023

Πώς διαμορφώνονται οι πολιτικές συμπεριφορές; Ποιοι παράγοντες επηρεάζουν την ψήφο;

 

Από τα λίγα βιβλία που έχουν ασκήσει καθολική επιρροή στη μελέτη της εκλογικής και πολιτικής συμπεριφοράς είναι το The People's Choice του κοινωνιολόγου P. Lazarsfeld και των συνεργατών του, που εκδόθηκε το 1948 στις ΗΠΑ [1]. Το βιβλίο αυτό βασίζεται σε μια ενδελεχή έρευνα της εκλογικής διαδικασίας με επίκεντρο τις προεδρικές εκλογές της περιόδου 1940-1944.

Χώρος μελέτης της εκλογικής συμπεριφοράς, από τον Lazarsfeld και τους συνεργάτες του, η κομητεία Erie του Οχάιο. Η κομητεία αυτή επιλέχθηκε γιατί τα τοπικά-εκλογικά αποτελέσματα που κατέγραφε την εποχή εκείνη συνδέονταν στενά με τα εθνικά. Επιπλέον, η κομητεία αυτή δεν παρουσίαζε τοπικές ιδιομορφίες και μπορούσε να θεωρηθεί τυπική περίπτωση αμερικανικής κοινότητας κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Το γεγονός αυτό την καθιστούσε ιδανική περιοχή μελέτης του τρόπου με τον οποίο ψήφιζαν οι εκλογείς.

Για τη συλλογή των δεδομένων χρησιμοποιήθηκε μια πρωτότυπη για την εποχή μεθοδολογία, που έμεινε γνωστή ως μοντέλο της σχολής Columbia, με τη χρήση ερευνών πάνελ. Οι ερευνητές παρακολούθησαν ένα δείγμα ερωτηθέντων λαμβάνοντας συνεντεύξεις πριν και μετά τις εκλογές. Αυτό τους επέτρεπε να προσδιορίζουν την αλλαγή στάσεων στην πρόθεση ψήφου μέσα στο χρόνο. Επίσης, μέσα από μια επταβάθμια κλίμακα (στην ερώτηση τοποθέτησης εντός του πολιτικού φάσματος, που κυμαινόταν από το «πολύ Ρεπουμπλικανός» έως το «πολύ Δημοκρατικός») επιχειρούσαν να μετρήσουν την πολιτική προδιάθεση των ερωτηθέντων. Ο δείκτης πολιτικής προδιάθεσης που διαμόρφωσαν βοήθησε τους ερευνητές να κατανοήσουν τις πολιτικές τάσεις που διαμορφώνονταν εν τω γίγνεσθαι τόσο ανάμεσα στους μεμονωμένους ψηφοφόρους, όσο και συνολικά μέσα στην κοινότητα. 
 

 
Από τα ευρήματα της έρευνας, όπως δημοσιεύονται στο βιβλίο, είναι πως σε αντίθεση με την κοινά διαδεδομένη άποψη της εποχής οι ερωτώμενοι/ες έτειναν να επηρεάζονται λιγότερο από τα ΜΜΕ (ραδιόφωνο και εφημερίδες) ή τις προπαγανδιστικές καμπάνιες των κομμάτων και περισσότερο από τις διαπροσωπικές σχέσεις και το κοινωνικό πλαίσιο μέσα στο οποίο εντάσσονταν. Με άλλα λόγια, τα κοινωνικο-ταξικά χαρακτηριστικά των ψηφοφόρων όπως η κοινωνικοοικονομική τους θέση, καθώς επίσης οι θρησκευτικές τους πεποιθήσεις, το φύλο ή το μορφωτικό τους επίπεδο αποτελούσαν πρωταρχικούς παράγοντες διαμόρφωσης των πολιτικών τους προτιμήσεων. Ο Lazarsfeld και οι συνεργάτες του υποστήριζαν ότι «ένα άτομο σκέφτεται πολιτικά με τον τρόπο που ζει κοινωνικά. Τα κοινωνικά χαρακτηριστικά καθορίζουν την πολιτική προτίμηση...» (σ. 27): οι προτεστάντες ήταν πιο πιθανό να ψηφίσουν ρεπουμπλικανούς υποψηφίους παρά οι καθολικοί, ενώ η επιρροή του ρεπουμπλικανικού κόμματος ήταν ισχυρότερη ανάμεσα στους ιδιοκτήτες γης, όπως και στις αγροτικές περιοχές, παρά στις αστικές. Οι ρεπουμπλικάνοι ήταν πιο δημοφιλείς μεταξύ των υψηλότερων κοινωνικών τάξεων, ενώ οι δημοκρατικοί είχαν μεγαλύτερη υποστήριξη μεταξύ των λιγότερο εύπορων ψηφοφόρων. 

Η έρευνα αυτή τέλος, ανέδειξε τη σημασία των «διασταυρούμενων πιέσεων» ή των αντικρουόμενων κοινωνικών επιρροών ανάμεσα στους ψηφοφόρους. Οι συγγραφείς παρατήρησαν πως ψηφοφόροι που δεν ήταν ενταγμένοι σε συμπαγείς κοινωνικές ομάδες, όπως οι προτεστάντες της εργατικής τάξης ή οι καθολικοί που ζούσαν σε αγροτικές περιοχές, ήταν λιγότερο πιθανό να έχουν εδραιωμένες πολιτικές πεποιθήσεις ή παγιωμένες πολιτικές απόψεις. Οι ψηφοφόροι αυτοί ήταν πιο πιθανό να επηρεάζονται από τις διαπροσωπικές τους επαφές και χρειάζονταν περισσότερο χρόνο για να αποφασίσουν ποιο κόμμα θα ψηφίσουν. Το εύρημα αυτό αμφισβήτησε τη ριζωμένη αντίληψη ότι η ψηφοφορία ήταν μια καθαρά ατομική απόφαση.
 

Σημείωση:

[1] Lazarsfeld, P.F, Berelson, B. & Gaudet, H. (1948), The People’s Choice. How The Voter Makes Up his Mind in a Presidential Campaign, New York: Columbia University Press.

Παρασκευή 5 Μαΐου 2023

Διαδικτυακό σεμινάριο στην ποσοτική ανάλυση με τη χρήση των SPSS και R για αρχάριους: εγγραφείτε τώρα


ΣΕΙΡΑ 1

Περιεχόμενα:
 

1. Μάθετε πώς να χρησιμοποιείτε το SPSS και τη γλώσσα R στην ποσοτική ανάλυση.

2. Παραδείγματα προετοιμασίας δεδομένων με τη χρήση των δυο προγραμμάτων λογισμικού.

3. Περιγραφική στατιστική, διερευνητική ανάλυση δεδομένων, μέτρα κεντρικής τάσης, διασποράς και ανάλυση συσχέτισης.

4. Μελέτες περίπτωσης (case studies) με τη χρήση ποσοτικών μεθόδων στην ανάλυση οικονομικών στάσεων.
 
Δεν απαιτείται πρότερη γνώση του SPSS ή της γλώσσας R.

Λεπτομέρειες:

- Ημερομηνία: 5/5
- Ώρα: 20:30 - 21:30
- Διάρκεια: 120 λεπτά
- Παρουσίαση: Γιώργος Ευαγγέλου & Δημήτρης Λάζαρης 
 
Συνδεθείτε στο zoom κάνωντας κλικ