Δευτέρα 3 Οκτωβρίου 2022

Ανισότητες πρόσβασης σε χώρους πρασίνου στην Ευρώπη

Σύμφωνα με τα στοιχεία του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος (ΕΟΠ | 2018), τα δέντρα καλύπτουν  κατά μέσο όρο περίπου το 35 τοις εκατό της γης ανάμεσα σε 37 ευρωπαϊκές πόλεις, όταν τις κοιτάμε από ψηλά. Πάρκα, δεντρόφυτοι δρόμοι και όχθες ποταμών διατηρούν τη θερμοκρασία σε χαμηλά επίπεδα σε περιόδους έντονης ηλιοφάνειας, ενώ χώροι πρασίνου συμβάλλουν στη δέσμευση διοξειδίου του άνθρακα βελτιώνοντας την ποιότητα του αέρα.

Ωστόσο, η δυνατότητα πρόσβασης σε χώρους πρασίνου δεν είναι ισότιμα κατανεμημένη ανάμεσα σε όλους τους κατοίκους των ευρωπαϊκών μητροπόλεων. Αν το Όσλο έχει το μεγαλύτερο μερίδιο πρασίνου με 77 τοις εκατό σε συνολικές πράσινες υποδομές [1], ακολουθούμενο από την κροατική πρωτεύουσα, Ζάγκρεμπ (72 τοις εκατό) και την πρωτεύουσα της Σλοβενίας, Λιουμπλιάνα με 67 τοις εκατό, εντούτοις σε άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες όπως αυτές της Λευκωσίας, της Αθήνας, της Βαλέτα (Μάλτα) το πράσινο σπανίζει -με τα δέντρα να καλύπτουν μόλις τα δυο δέκατα ή και λιγότερο της συνολικής αστικής επιφάνειας [2].
 
Η πυραμίδα των ανισοτήτων κάνει την εμφάνισή της μέσα από τη συγκριτική εξέταση των ευρωπαϊκών πόλεων, με τις πόλεις της βόρειας Ευρώπης να έχουν, σε γενικές γραμμές, περισσότερους χώρους πρασίνου συγκριτικά με αυτές της νότιας. Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με την έρευνα του ΕΟΠ, η πρόσβαση σε χώρους πρασίνου αναδεικνύει οικονομικές και δημογραφικές ανισότητες ακόμα και στο εσωτερικό των ίδιων των ευρωπαϊκών πόλεων, με τους χώρους πρασίνου να είναι λιγότερο διαθέσιμοι σε αστικές περιοχές χαμηλότερου κοινωνικο-οικονομικού στάτους από ό,τι σε γειτονιές υψηλότερου. 
 
Στο παρακάτω γράφημα παρατηρούμε, πέρα από συγκριτικά στοιχεία για τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες στοιχεία, επίσης, για τη δενδροφύτευση ανάμεσα στις μεγαλύτερες ελληνικές πόλεις (βλ. λεπτομέρειες εδώ). Οι ελληνικές πόλεις έχουν ταξινομηθεί με βάση το ποσοστό δενδροφύτευσης και την έκταση που καταλαμβάνουν, με τη Λάρισα και την Αθήνα να καλύπτονται από δέντρα σε ποσοστό μόλις 10 και 23 τοις εκατό αντίστοιχα.

Με την πλειοψηφία των ευρωπαϊκών πόλεων να βρίσκεται κάτω και πολύ κάτω από το μέσο όρο (34,8%) δεντροφύτευσης ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο (Στοιχεία για το ποσοστό δεντροφύτευσης ανάμεσα 786 πόλεις της Ευρώπης περιλαμβάνονται εδώ) και με αρκετές από αυτές να διαθέτουν συνολικά λίγες πράσινες υποδομές γίνεται φανερή η ανετοιμότητα αντιμετωπίσης των ακραία υψηλών θερμοκρασιών που έχουν ήδη αρχίσει να σημειώνονται κατά τους θερινούς μήνες εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής, την ίδια στιγμή που τα ουσιαστικότερα μέτρα συλλογικής αντιμετώπισης του ζητήματος παραπέμπτονται χρονικά στο μέλλον

 

Σημειώσεις:

[1] Οι συνολικές πράσινες υποδομές περιλαμβάνουν όχι μόνο δημόσιους χώρους πρασίνου όπως π.χ. πάρκα, δέντρα σε δρόμους, σιντριβάνια και υγροτόπους, αλλά και ιδιωτικούς χώρους πρασίνου όπως πχ. κήποι. Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος οι συνολικές πράσινες υποδομές αποτελούσαν, κατά μέσο όρο, το 42% της έκτασης της γης ανάμεσα σε 38 ευρωπαϊκές πόλεις για το 2018.

[2] Παρότι, όπως φαίνεται από τα στοιχεία του ΕΟΠ, όσο μεγαλύτερη είναι η έκταση, σε τετραγωνικά χιλιόμετρα, μιας πόλης τόσο περισσότερο πράσινο διαθέτει, εντούτοις κάτι τέτοιο δεν είναι πάντοτε ο κανόνας: η ύπαρξη ευρωπαϊκών πόλεων με λιγοστό πράσινο αποτελεί πραγματικότητα σε πολλές περιπτώσεις. Ορισμένα συγκεντρωτικά στοιχεία γύρω από την κατανομή των δεδομένων και τη διερεύνηση της σχέσης μεταξύ έκτασης και δεντροφύτευσης εδώ).