Στο ψυχιατρικό νοσοκομείο, ο περίγυρος και οι εσωτερικοί κανόνες κάνουν τον ασθενή να αισθανθεί βαθιά ότι σε τελευταία ανάλυση είναι μια ψυχιατρική περίπτωση που υπέστη στον έξω κόσμο κάποιο είδος κοινωνικής κατάρρευσης, έχοντας αποτύχει κατά κάποιον καθολικό τρόπο, και ότι εδώ έχει ελάχιστο κοινωνικό βάρος, όντας ανίκανος να δράσει ως ώριμο πρόσωπο. Αυτοί που ενδέχεται να πληγωθούν βαθύτερα από τις ταπεινώσεις αυτές είναι οι ασθενείς από μεσαία στρώματα, καθώς οι προηγούμενες συνθήκες ζωής τους ελάχιστα τους ανοσοποιούν απέναντι σε παρόμοιους προπηλακισμούς, όλοι όμως οι ασθενείς νιώθουν κάποιον υποβιβασμό. Όπως ακριβώς θα έκανε και οποιοδήποτε φυσιολογικό μέλος της υποκουλτούρας του στον έξω κόσμο ο ασθενής συχνά αποκρίνεται στην κατάσταση αυτή προσπαθώντας να ισχυρισθεί μια λυπητερή ιστορία που αποδεικνύει ότι δεν είναι για τούτα τα «μικροπροβλήματα» του φταίει κάποιος άλλος, ότι η πορεία της ζωής του στο παρελθόν είχε κάποια αξιοπρέπεια και χρηστότητα και ότι συνεπώς το νοσοκομείο είναι άδικο που του επιβάλλει το καθεστώς του ασθενή του ψυχιατρείου.
(Erving Goffman, Άσυλα, Ευρύαλος, Αθήνα, 1994)