Παρασκευή 31 Μαΐου 2024

Πέρα από τους μέσους όρους: η εμπειρία του σχολικού εκφοβισμού (PISA 2018 & 2022)

Ο σχολικός εκφοβισμός (school bullying) δεν αποτελεί νέο φαινόμενο στα σχολεία της χώρας. Τα τελευταία χρόνια εντούτοις, έχει αναδειχθεί σε μείζον θέμα συζήτησης ανάμεσα σε γονείς και εκπαιδευτικούς σε σημείο που πλέον κάθε μορφή βίας τείνει να συγχέεται με τον εκφοβισμό. Την ίδια στιγμή, συμπεριφορές που σήμερα ταυτίζονται ως εκφοβιστικές, άλλοτε όχι μόνο δε γίνονταν κατανοητές ως τέτοιες, αλλά θεωρούνταν μέρος της κοινωνικοποίησης, ειδικά, των νεαρών αγοριών [1].  
 

Οριοθέτηση


Προκειμένου να γίνει κατανοητό επομένως, τι αφορά και τι περιλαμβάνει ο σχολικός εκφοβισμός αναγκαίες είναι ορισμένες αποσαφηνίσεις του όρου. Σύμφωνα, λοιπόν, με τον Olweus -η δουλειά του οποίου, τη δεκαετία του 1970, έθεσε τα θεμέλια της σύγχρονης έρευνας πάνω στο θέμα [2]- ο σχολικός εκφοβισμός αποτελεί συστηματική και εμπρόθετη πράξη πρόκλησης φόβου, πόνου ή/και βλάβης σε ένα άτομο: «Ένας/μια μαθητής/ρια υφίσταται εκφοβισμό ή θυματοποιείται (victimized) όταν εκτίθεται, επανειλημμένα και σε βάθος χρόνου, σε αρνητικές ενέργειες εκ μέρους ενός ή περισσότερων μαθητών/ριών». (σ. 1171). Όπως, επομένως, προκύπτει από αυτόν τον ορισμό, ο εκφοβισμός είναι συντελεστικός, δηλαδή μέσο για τον έλεγχο άλλων ατόμων. Πιο συγκεκριμένα, αποτελεί (α) επιθετική συμπεριφορά ή σκόπιμη «βλάβη» (β) πραγματοποιείται επανειλημμένα και σε βάθος χρόνου (γ) αποτελεί διαπροσωπική σχέση που χαρακτηρίζεται από ανισορροπία δύναμης ή ισχύος. 

Συγκεντρωτικά στοιχεία


Αυτόν τον ορισμό έχει υιοθετήσει και το διεθνές πρόγραμμα του ΟΟΣΑ, PISA το οποίο περιλαμβάνει σε κάθε ερευνητικό κύμα, από τις αρχές του 2000, διακριτές ερωτήσεις προς μαθητές/ριες για το φαινόμενο. Το εν λόγω πρόγραμμα καλύπτει, όπως έχουμε ξαναδεί, αντιπροσωπευτικό δείγμα του μαθητικού πληθυσμού ηλικίας 15 έως 16 ετών από σχολεία της επικράτειας. Επιπλέον, η χρήση προτυποποιημένων (standardized) ερωτηματολογίων επιτρέπουν τη συγκρισιμότητα των δεδομένων που συλλέγονται μέσα στο χρόνο. 

Παρότι τα τελευταία χρόνια το πρόγραμμα είχε καταγράψει άνοδο του φαινομένου σε παγκόσμιο επίπεδο (όπως και στην Ελλάδα) [3], στην τελευταία έκθεσή του για το 2022 καταγράφεται μικρή μείωση διεθνώς, με το φαινόμενο όμως να παραμένει σε υψηλά επίπεδα. Κατά μέσο όρο, σε όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ (ανεξάρτητα από τις μεγάλες αποκλίσεις που παρατηρούνται ανά χώρα) σχεδόν το 20% των μαθητών/ιων ανέφερε ότι έχει πέσει θύμα εκφοβισμού τουλάχιστον μερικές φορές το μήνα (τα στοιχεία για το 2018 ήταν κοντά στο 23%). 
 
Από την άλλη πλευρά, στην Ελλάδα ένα ποσοστό της τάξης περίπου του 23% τόσο αγοριών όσο και κοριτσιών δήλωσαν πως έχουν υπάρξει θύματα εκφοβισμού στην έρευνα PISA του 2022. Στην Ελλάδα, όπως και διεθνώς, ο λεκτικός και σχεσιακός εκφοβισμός (π.χ. η συστηματική κοροϊδία άλλων μαθητών ή η διάδοση άσχημων φημών) παρατηρούνται πιο συχνά από ό,τι ο σωματικός εκφοβισμός (με την άσκηση φυσικής βίας). Σύμφωνα με την έκθεση, κατά μέσο όρο σε διεθνές επίπεδο το  7% των μαθητών ανέφερε ότι άλλοι μαθητές διέδιδαν δυσάρεστες φήμες για αυτούς το 2022, σε σύγκριση με 11% το 2018, ενώ στην Ελλάδα, τα αντίστοιχα ποσοστά μειώθηκαν στο 6% το 2022 έναντι του 11% το 2018. Παρόλα αυτά, στη χώρα ένα πολύ σημαντικό ποσοστό της τάξης περίπου του 19% των κοριτσιών και του 28% των αγοριών ανέφερε ότι έχει πέσει θύμα εκφοβισμού, την ίδια στιγμή όπου ο μέσος όρος ανάμεσα στις χώρες του ΟΟΣΑ είναι 20% για τα κορίτσια και 21% για τα αγόρια. Αντίθετα, στα σχολεία της χώρας εκείνα όπου η αίσθηση του ανήκειν είναι ισχυρή και οι μαθητές/ιες μεγαλώνουν σε ένα υποστηρικτικό οικογενειακό περιβάλλον, τότε αυτοί οι τελευταίοι τείνουν να αισθάνονται λιγότερο εκτεθειμένοι σε φαινόμενα εκφοβισμού.  

Η εμπειρία του εκφοβισμού 

 

Τα μέτρα κεντρικής τάσης (βλ. τον παρακάτω πίνακα) των δυο τελευταίων κυμάτων έρευνας του προγράμματος PISA του 2018 και του 2022 από τη μεταβλητή η «εμπειρία από τον εκφοβισμό» (που αποτελεί συνδυασμό μεταβλητών σχετικών με τον εκφοβισμό από κλίμακες Likert που έχουν τυποποιηθεί και σταθμιστεί) δίνουν μια όψη του ζητήματος, πέρα από την παραπάνω γενική εικόνα των συγκεντρωτικών στοιχείων [4] (βλ. την αναλυτική έκθεση για το 2018 εδώ και για το 2022 εδώ). 
 
Η εμπειρία των μαθητών από το σχολικό εκφοβισμό | Μέτρα κεντρικής τάσης | PISA, 2018, 2022


Το 2022, η μέση εμπειρία εκφοβισμού μεταξύ των μαθητών στην Ελλάδα, που υποδεικνύεται από αρνητική μέση τυποποιημένη βαθμολογία (Mean = -0,2718), ήταν κάτω από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ. Αντίθετα το 2018, η μέση εμπειρία ήταν πιο κοντά στον μέσο όρο του ΟΟΣΑ (Mean = 0,0040). Επιπλέον, η διάμεση βαθμολογία για το 2022 (Median = -0,3264) είναι χαμηλότερη από αυτή του PISA 2018 (-0,7823), υποδεικνύοντας ότι η κατανομή των αναφερόμενων εμπειριών εκφοβισμού μετατοπίζεται προς χαμηλότερες τιμές το 2022 σε σύγκριση με το 2018. Παρόλα αυτά, η υψηλότερη τυπική απόκλιση για την έρευνα PISA 2022 σε σχέση με εκείνη της PISA 2018 (Std. Deviation = 1,0053 και 0,9985) υποδηλώνει ελαφρώς μεγαλύτερη μεταβλητότητα στις αναφερόμενες εμπειρίες εκφοβισμού το 2022 σε σύγκριση με το 2018. Παρά το γεγονός πως αυτό υπονοεί πιθανή μεταβολή στην εμπειρία του εκφοβισμού, εντούτοις τα υπόλοιπα μέτρα κεντρικής τάσης παρέχουν ορισμένα ακόμα πιο ενδιαφέροντα στοιχεία.
 
Μπορεί και για τα δύο έτη σύγκρισης, η ελάχιστη τυποποιημένη βαθμολογία να είναι αρνητική (Minimum = -1,2280 και -0,7823) δείχνοντας ότι οι εμπειρίες ορισμένων μαθητών/ιων από τον εκφοβισμό ήταν κάτω από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ, εντούτοις προκαλεί προβληματισμό το γεγονός πως η μέγιστη τυποποιημένη τιμή του 2022 είναι αισθητά υψηλότερη συγκριτικά με το 2018 (Maximum = 4,6939 έναντι 3,8591 για το 2018). Επίσης, τα μέτρα λοξότητας και κύρτωσης (Skewness = 0,9527 και 1,3870, Kurtosis = 1,1497 και 1,0485) δίνουν μια εικόνα της μορφής της κατανομής των τυποποιημένων βαθμολογιών, η οποία είναι θετικά λοξή και λεπτόκυρτη σε σύγκριση με την κανονική κατανομή. 
 
Το γεγονός αυτό αποτυπώνεται και στο συνδυαστικό ιστόγραμμα, που απεικονίζει τις κατανομές συχνοτήτων ανάμεσα στα έτη 2018 και 2022. Όπως αποκαλύπτει η ουρά της κατανομής του 2022 καταγράφονται απαντήσεις απομακρυσμένες από το μέσο όρο κατά 4.8 μονάδες στην έρευνα PISA 2022, την ίδια στιγμή που το 2018 η αντίστοιχη απόκλιση ήταν 4 μονάδες (για 61 παρατηρήσεις).
 
 
Αυτό σημαίνει πως παρόλο που καταγράφηκαν λιγότερες αναφορές εκφοβισμού το 2022 σε σύγκριση με το 2018, ορισμένοι/ες μαθητές/ιες του δείγματος ήρθαν αντιμέτωποι/ες με πιο σοβαρά περιστατικά το 2022 από ό,τι το 2018. Προφανώς, η ένδειξη αυτή χρήζει περαιτέρω εξέτασης. 
 
Σε κάθε περίπτωση, ας έχουμε υπόψη πως οι αρκετές ελλείπουσες τιμές (Missing values) της έρευνας του 2018 (947) σε σχέση με αυτές του 2022 (192) όπως και οι λιγότερες έγκυρες περιπτώσεις (Valid cases) του 2018, που αποτυπώνουν διαφορές στα μεγέθη του δείγματος, αποτελούν περιορισμούς της έρευνας, οι οποίες αναδεικνύουν και την πολυπλοκότητα του ζητήματος: τη δυσκολία που συνοδεύει την παραδοχή τέτοιων ζητημάτων, τη σιωπή και το φόβο αναγνώρισης τέτοιων περιστατικών. 
 
Μια δυσκολία που αναδεικνύει μια ακόμα όψη του θέματος: τον τρόπο με τον οποίον οι κοινωνικές αναπαραστάσεις για το σχολικό εκφοβισμό καθορίζουν και το ίδιο το φαινόμενο. Με ποιον τρόπο; Η κατανόηση του εκφοβισμού (από μαθητές, γονείς, εκπαιδευτικούς, φορείς κτλ.) επηρεάζει την ικανότητα αναγνώρισης και εντοπισμού των συγκεκριμένων περιστατικών, των διαφορετικών του μορφών (ρατσιστικός, σχεσιακός εκφοβισμός, cyberbullying κτλ.), των θυτών, των θυμάτων, των παραγόντων εκείνων που αλληλοεπιδρούν, των αιτιών που συμβάλλουν στην εμφάνισή του και, τελικά, των τρόπων αντιμετώπισης του φαινομένου. 
 

Σημειώσεις: 

 

[1] Είναι, επίσης, ενδεικτικό πως μελέτες του φαινομένου της σχολικής βίας και της νεανικής παραβατικότητας στην κοινωνιολογία της παρέκκλισης προηγούμενων δεκαετιών σε διεθνές επίπεδο δεν έκαναν λόγο για «bullying». Κατά τις δεκαετίες του ’50 και του ’60, γινόταν λόγος για μια βία στο σχολείο, ενώ οι έρευνες εκείνες κατά τις δεκαετίες του ’60 και ’70, περιγράφοντας την πολιτική και πολιτισμική κριτική μέσα από τις μορφές νεανικής παραβατικότητας για μια βία από το σχολείο.

[2] Συγκεκριμένα, η εργασία που δημοσίευσε το 1978 με τίτλο Aggression in the schools: Bullies and whipping boys συνέβαλε καθοριστικά στην εδραίωση του όρου «bullying» στη διεθνή βιβλιογραφία. 
 
[3] OECD (2009), “Bullying”, in Society at a Glance 2009: OECD Social Indicators, OECD Publishing, Paris. DOI: https://doi.org/10.1787/soc_glance-2008-34-en. Βλ. επίσης https://blogs.sch.gr/ktriant/2022/07/30/epidoseis-mathiton-2/
 
[4] Βλ. τη βάση δεδομένων για το 2018 εδώ και για αυτή του 2022 εδώ: Student questionnaire data file, SPSS. Μεταβλητές: Student's experience of being bullied (WLE) & Being bullied (WLE). Είναι σημαντικό να διευκρινιστεί πως οι απαντήσεις των μαθητών έχουν τυποποιηθεί και σταθμιστεί (WLE = σταθμισμένη εκτίμηση πιθανότητας) προκειμένου να είναι δυνατή η σύγκριση μεταξύ των απαντήσεων από διαφορετικές χώρες. (Για τη μέθοδο στάθμισης και τυποποίησης PISA του ΟΟΣΑ βλ. εδώ). Εν συντομία, για την τυποποίηση των βαθμολογιών, δημιουργείται μια νέα μέτρηση όπου η μέση βαθμολογία σε όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ ορίζεται στο 0 και η τυπική απόκλιση ορίζεται στο 1. Αυτός ο μετασχηματισμός γίνεται χρησιμοποιώντας έναν τύπο που προσαρμόζει τη βαθμολογία WLE κάθε μαθητή με βάση τον μέσο όρο και την τυπική απόκλιση των βαθμολογιών WLE στις χώρες του ΟΟΣΑ. Μια αρνητική τυποποιημένη βαθμολογία δε σημαίνει ότι ένας μαθητής απάντησε αρνητικά στις ερωτήσεις εκφοβισμού. Αντίθετα, δείχνει ότι η εμπειρία του μαθητή με τον εκφοβισμό είναι κάτω από τον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ. Από την άλλη πλευρά, μια θετική τυποποιημένη βαθμολογία δείχνει ότι η εμπειρία ενός μαθητή από τον εκφοβισμό είναι πάνω από τον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ.