Σάββατο 2 Μαΐου 2020

Ο Paul Romano για το τεϊλορικό μοντέλο παραγωγής στο εργοστάσιο της General Motors



Το παρακάτω απόσπασμα προέρχεται από την εργατική μαρτυρία του Paul Romano, εργάτη στη βιομηχανία της General Motors του Ντιτρόιτ των ΗΠΑ και έχει γραφτεί στα τέλη της δεκαετίας του 1940.



Το εργοστάσιο στο οποίο δουλεύω αποτελεί τμήμα μιας γιγαντιαίας επιχείρησης, το δίκτυο της οποίας απλώνεται σε ολόκληρη τη χώρα. Πρόκειται για μια αναπτυγμένη μορφή καπιταλιστικής οργάνωσης στον κλάδο της βιομηχανίας. Παρόλα αυτά, η γραφειοκρατική επίβλεψη της εργασίας οδηγεί σε τεράστια αναποτελεσματικότητα σε σχέση με τα μέσα που χρησιμοποιούνται. Αν και η εταιρία δείχνει να κάνει τα πάντα για την παραγωγή, εντούτοις κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Η παραγωγή θα μπορούσε να αυξηθεί με τη χρήση διαφορετικών μεθόδων, περισσότερο όμως από αυτό πρόθεσή της είναι η υποταγή και ο έλεγχος του εργαζόμενου.


Η κακή χρήση των μηχανημάτων

Ο ρυθμός των μηχανημάτων αυξάνεται στο μέγιστο βαθμό. Το γεγονός αυτό επιφέρει συνεχείς βλάβες, ενώ απαιτεί την ύπαρξη μιας μεγάλης ομάδας συντηρητών. Η κακή χρήση των μηχανών είναι παντού εμφανής.

Ένας έκκεντρος άξονας έχει τοποθετηθεί στη μηχανή προκειμένου να ελαττώσει το χρόνο κοπής. Ως αποτέλεσμα, τα εργαλεία χτυπάνε με ταχύτητα στο μέταλλο και καίγονται ή σπάνε. Συνέπεια των υπερβολικών ταχυτήτων είναι η φθορά των εδράνων των μηχανών, για αυτό το λόγο και κάποιες μηχανές βρίσκονται διαρκώς υπό επισκευή. Οι υψηλές ταχύτητες των μηχανών αναγκάζουν τον εργάτη να πει: «Κάποια μέρα αυτές οι καταραμένες μηχανές θα απογειωθούν και θα πετάξουν».

Οι μηχανές είναι ρυθμισμένες για συγκεκριμένους τύπους μετάλλων. Πολλές φορές, ο χάλυβας που έχει τοποθετηθεί στη μηχανή είναι πιο σκληρός απ’ όσο πρέπει. Αυτό προκαλεί το κάψιμο ή το σπάσιμο των εργαλείων.

Για εβδομάδες οι αναγκαίες επισκευές δεν προχωρούν. Για να παραμείνει ασφαλής μια εγκατάσταση πρέπει να ανοιχθεί μια καινούργια τρύπα. Ένας μοχλός ή ένα φρένο που δε λειτουργεί μπορεί οποιαδήποτε στιγμή να ραγίσει τη μηχανή με σοβαρό κίνδυνο για τον χειριστή. Εντούτοις, κανένας δεν κάνει τίποτε.

Την εταιρία δεν την ενδιαφέρει πόσα εργαλεία καίγονται ή πόσο συχνά πρέπει οι εργάτες να τα αντικαθιστούν. Αυτό που την ενδιαφέρει, κατά κύριο λόγο, είναι η ρύθμιση με τέτοιο τρόπο των μηχανών ώστε να λειτουργούν στη μέγιστη δυνατή ταχύτητα. Από εκεί κι έπειτα αφορά τους χειριστές αν προλαβαίνουν το ρυθμό τους.

(P. Romano, O Αμερικανός Εργάτης, μτφρ. Έντνα Τσελεμέγκου, Κινούμενοι Τόποι, Αθήνα, 2014 [1947]).

Τρίτη 28 Απριλίου 2020

Κοινωνικός κονστρουκτιβισμός (βοηθητικό σχεδιάγραμμα)


|

Το κομμάτι του σχολικού βιβλίου που αναφέρεται στον κοινωνικό κονστρουκτιβισμό έχει παρατηρηθεί ότι δημιουργεί προβλήματα κατανόησης. Κοιτάξτε το βοηθητικό σχεδιάγραμμα. Ίσως βοηθήσει!  

Αναδημοσίευση: blogs.sch.gr/akriparo

Σάββατο 25 Απριλίου 2020

Σε τι διαφέρει ο εργάτης από το σκλάβο;

Friedrich Engels, 1820 - 1895

Ο σκλάβος πουλιέται μια φορά για πάντα. Ο εργάτης πρέπει να πουλιέται κάθε μέρα κι ακόμα κάθε ώρα. Ο απομονωμένος σκλάβος είναι ιδιοκτησία του αφέντη του κι έχει -εξαιτίας του ίδιου του συμφέροντος του αφεντικού του- μια εξασφαλισμένη ύπαρξη, οσοδήποτε άθλια κι αν είναι αυτή η τελευταία. Ο απομονωμένος προλετάριος είναι ιδιοκτησία, μπορούμε να πούμε, ολόκληρης της αστικής τάξης. Την εργασία του την αγοράζουν μονάχα όταν την χρειάζονται. Συνεπώς δεν έχει εξασφαλισμένη ύπαρξη. [...] Ο προλετάριος βρίσκεται βυθισμένος στον ανταγωνισμό και υφίσταται όλες του τις διακυμάνσεις. Ο δούλος θεωρείται πράγμα κι όχι μέλος της κοινωνίας των πολιτών. Ο προλετάριος είναι αναγνωρισμένος σαν πρόσωπο, σαν μέλος της κοινωνίας των πολιτών. 

(Friedrich Engels, Άπαντα, τομ. 9ος, Μπάυρον, Αθήνα, 1975)

Παρασκευή 17 Απριλίου 2020

Ο Ε. Χομπσπάουμ για τη βιομηχανική επανάσταση

Eric Hobsbawm, 1917 - 2012

Μόνο στη δεκαετία του 1840 το προλεταριάτο, αυτό το παιδί της Βιομηχανικής Επανάστασης, και ο κομουνισμός που συνδεόταν τώρα με τα κοινωνικά της κινήματα — το φάσμα του Κομουνιστικού Μανιφέστου— εξαπλώθηκαν στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Ακόμα και το όνομα της Βιομηχανικής Επανάστασης αντικατοπτρίζει τον σχετικά όψιμο αντίκτυπό της στην Ευρώπη. Η έννοια υπήρχε στη Βρετανία πριν από τη λέξη. Μόνο στη δεκαετία του 1820 Άγγλοι και Γάλλοι σοσιαλιστές —μια ομάδα που εμφανιζόταν για πρώτη φορά— επινόησαν τον όρο, προφανώς σε αναλογία με την πολιτική επανάσταση στη Γαλλία.
Παρ' όλα αυτά, είναι προτιμότερο να εξετάσουμε πρώτη τη Βιομηχανική Επανάσταση για δύο λόγους: αφενός γιατί πράγματι «ξέσπασε» —για να χρησιμοποιήσουμε έναν αμφισβητούμενο όρο— πριν καταληφθεί η Βαστίλλη, και αφετέρου γιατί χωρίς αυτήν δεν μπορούμε να καταλάβουμε τους απρόσωπους αναβρασμούς της ιστορίας, που γέννησαν τους πιο περιφανείς άνδρες και τα πιο σημαντικά γεγονότα της περιόδου μας· δεν μπορούμε να κατανοήσουμε τον ανώμαλο, πολυσύνθετο χαρακτήρα του ρυθμού της.
Τι σημαίνει η φράση «η Βιομηχανική Επανάσταση ξέσπασε»; Σημαίνει ότι κάποια στιγμή στη δεκαετία του 1780, και για πρώτη φορά στην ανθρώπινη ιστορία, λύθηκαν τα δεσμά της παραγωγικής δύναμης των ανθρώπινων κοινωνιών, που στο εξής μπόρεσαν να επιτύχουν τον συνεχή, ταχύ, και ως σήμερα απεριόριστο πολλαπλασιασμό ανθρώπων, αγαθών και υπηρεσιών. Αυτό είναι σήμερα γνωστό στους οικονομολόγους ως «απογείωση για μια αυτοδύναμη ανάπτυξη». Καμία προηγούμενη κοινωνία δεν είχε κατορθώσει να ξεπεράσει τους περιορισμούς που επέβαλλαν στην παραγωγή η προβιομηχανική κοινωνική διάρθρωση, η ατελής επιστήμη και τεχνολογία και, επομένως, οι περιοδικοί κλονισμοί, ο λιμός και ο θάνατος. Η «απογείωση» δεν ήταν φυσικά ένα από τα φαινόμενα που, όπως οι σεισμοί και οι μεγάλοι μετεωρίτες, καταλαμβάνουν εξαπίνης τον μη τεχνολογικό κόσμο. Η προϊστορία της στην Ευρώπη μπορεί να αναχθεί πολύ παλιά, ανάλογα με τις προτιμήσεις του ιστορικού και τη συγκεκριμένη γκάμα των ενδιαφερόντων του, στο 1000 μ.Χ. περίπου, αν όχι και παλιότερα. Οι πρωιμότερες απόπειρες για μεγάλα άλματα —στον 13ο αιώνα, στον 16ο, στις τελευταίες δεκαετίες του 17ου— αδέξιες όπως οι πειραματισμοί που κάνουν τα μικρά παπάκια, εξωραΐστηκαν και ονομάστηκαν κι αυτές «βιομηχανική επανάσταση». Από τα μέσα του 18ου αιώνα η «φόρα» που έπαιρνε η οικονομία για να απογειωθεί ήταν τόσο ευδιάκριτη που παλαιότεροι ιστορικοί είχαν την τάση να χρονολογούν τη Βιομηχανική Επανάσταση στο 1760. Αλλά η προσεκτική έρευνα οδήγησε τους πιο πολλούς ειδικούς να επιλέξουν τη δεκαετία του 1780 και όχι του 1760 ως την πιο αποφασιστική, διότι τότε ήταν, απ' όσο μπορούμε να ξέρουμε, που όλοι οι σχετικοί στατιστικοί δείκτες άρχισαν να ανεβαίνουν απότομα, σχεδόν κατακόρυφα, και να σημειώνουν την «απογείωση». Η οικονομία, θα έλεγε κανείς, βρισκόταν εν πτήσει.
Το να ονομάσουμε αυτή τη διαδικασία «Βιομηχανική Επανάσταση» είναι και λογικό και σύμφωνο με μια εδραιωμένη παράδοση, μολονότι έναν καιρό έγινε μόδα ανάμεσα στους συντηρητικούς ιστορικούς —ίσως λόγω μιας κάποιας συστολής μπροστά σε εμπρηστικές έννοιες—να αρνούνται την ύπαρξή της και να χρησιμοποιούν αντ' αυτής κοινότοπους όρους όπως «επιταχυνόμενη εξέλιξη». Αν ο απότομος ποιοτικός και ριζικός μετασχηματισμός που πραγματοποιήθηκε γύρω στη δεκαετία του 1780 δεν ήταν επανάσταση, τότε η λέξη δεν έχει καμιά λογική έννοια. Η Βιομηχανική Επανάσταση δεν ήταν πράγματι ένα επεισόδιο με αρχή και τέλος. Το να ρωτήσει κανείς πότε «ολοκληρώθηκε» είναι ανόητο, διότι η ουσία της ήταν ότι έκτοτε η επαναστατική αλλαγή έγινε κανόνας. Άλλωστε συνεχίζεται ακόμη.