Παρασκευή 16 Φεβρουαρίου 2024

Ο αντίκτυπος πληθωρισμού και ανεργίας στην υποκειμενική ευημερία της κοινωνίας

Ο Δείκτης Δυστυχίας (Misery Index) είναι ένα οικονομικό μέγεθος μέτρησης της δυσφορίας των ανθρώπων μιας χώρας από το ολοένα αυξανόμενο κόστος ζωής σε συνδυασμό με την απειλή απώλειας της εργασίας τους. Ο δείκτης αυτός προσδιορίζει το επίπεδο δυστυχίας σε συνάρτηση με δυο βασικούς παράγοντες: τον πληθωρισμό και την ανεργία.

  • Ο πληθωρισμός αφορά την τάση για συνεχή άνοδο του γενικού επιπέδου των τιμών. Πληθωρισμός δε σημαίνει υψηλές τιμές γενικά, αλλά ένα συνεχώς ανερχόμενο επίπεδο τιμών.
  • Η ανεργία, από την άλλη, αφορά το ποσοστό των ανθρώπων εκείνων που θέλουν και είναι σε θέση να εργαστούν, αλλά δεν μπορούν να βρουν δουλειά.

Ο δείκτης δυστυχίας αθροίζει αυτούς τους δυο παράγοντες (που στις στατιστικές εκφράζονται ως ποσοστά επί της %) παρέχοντας μια τιμή που αντιπροσωπεύει το επίπεδο οικονομικής δυσχέρειας με το οποίο έρχεται αντιμέτωπο το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού μιας κοινωνίας.

Misery Index = Inflation Rate + Unemployment Rate

Ο όρος επινοήθηκε από τον αμερικανό οικονομολόγο Arthur Okun στη διάρκεια της περιόδου του στασιμοπληθωρισμού στις ΗΠΑ και της εγκατάλειψης του Breton-Woods. Όπως γίνεται κατανοητό όσο υψηλότερες τιμές καταγράφει ο δείκτης, τόσο πιο πιθανό είναι να χειροτερεύουν οι οικονομικές συνθήκες σε μια κοινωνία [1].

Επηρεάζεται το υποκειμενικό αίσθημα ευημερίας των ανθρώπων από τον πληθωρισμό και την ανεργία; Με ποιον τρόπο;

Τα στοιχεία της περιόδου 2011 έως 2022 για την Ελλάδα παρέχουν μια πρώτη ένδειξη για την ύπαρξη ισχυρά αρνητικής συσχέτισης (Pearson r(10) = -.84, p = .001, 2-sided) μεταξύ του δείκτη δυστυχίας [2] και του δείκτη ευημερίας ή ικανοποίησης από τη ζωή (Life Ladder), σύμφωνα με τα στοιχεία του World Happiness Report. Εν συντομία, αρνητική συσχέτιση σημαίνει πως όταν χειροτερεύουν οι οικονομικές συνθήκες, οι άνθρωποι τείνουν να αναφέρουν χαμηλότερα επίπεδα ικανοποίησης από τη ζωή, ενώ όταν αυτές βελτιώνονται υψηλότερα. 
 
Είναι ενδεικτικό πως στη χρονοσειρά που απεικονίζεται στο παρακάτω γράφημα, η μέγιστη τιμή του Δείκτη Δυστυχίας (Misery Index) καταγράφεται όταν ο Δείκτης Ευημερίας (Life Ladder) αγγίζει το χαμηλότερό του σημείο: το 2013, εν μέσω ύφεσης και εφαρμογής μέτρων οικονομικής λιτότητας. Από την άλλη πλευρά, η υψηλότερη τιμή για το δείκτη ευημερίας, κατά την εν λόγω περίοδο, σημειώνεται το 2021 όταν η τιμή του δείκτη δυστυχίας βρίσκεται στο χαμηλότερό του σημείο [3]. 
 
 
Ελλάδα, 2011-2022 | Δεδομένα: WHR, Eurostat | Επεξεργασία: Δ.Λ.


Σημείωση:


[1] Ποια παρόλα αυτά θα μπορούσε να αποτελεί μια ικανοποιητική τιμή του δείκτη δυστυχίας; Η απάντηση είναι σχετική. Εξαρτάται από τις τρέχουσες κοινωνικο-οικονομικές συνθήκες και τη χρονική περίοδο στην οποία αναφερόμαστε. Ας έχουμε υπόψη πως πλήρης απασχόληση την περίοδο για παράδειγμα της χρυσής εποχής των λεγόμενων Trente Glorieuses (των τριάντα ετών από το 1945 έως το 1975) στη Γαλλία, σήμαινε ένα μέσο ποσοστό ανεργίας γύρω στο 2 με 3% με πληθωρισμό κάτω του 5%. 
 
[2] Οι υπολογισμοί δικοί μου (Δ.Λ.). Πρωτογενή στοιχεία ανεργίας και πληθωρισμού: Eurostat
 
[3] Παρόλα αυτά, όπως έχουμε τονίσει στο μάθημα μεθοδολογίας, ένδειξη δε σημαίνει απόδειξη, συσχέτιση (correlation) δε σημαίνει αιτιώδης σχέση (causation). Οι διακυμάνσεις του δείκτη ευημερίας ή π.χ. η απότομη άνοδός του το 2015 υποδηλώνει πιθανή επιρροή σύνθετων παραγόντων που διαμορφώνουν το υποκειμενικό αίσθημα για την ευημερία. Μια ευρύτερη ανάλυση επομένως, οφείλει να εξετάζει διαφοροποιημένους παράγοντες που συμβάλλουν στην ύπαρξη αυτών των διακυμάνσεων.